Και εξεθαμβήθη ο Ιωάννης και ουκ ηδύνατο αποστρέψαι το
Πρόσωπον αυτού, η δε γλώσσα αυτού εκολλήθη τω λάρυγγι
αυτού. Και διελογίζετο προς εαυτόν: «Τι το ορώμενον; Ουκ
έστιν αύτη η φιλέραστος ορχηστρίς τούνομα Ηλιοδώρα και
παρ’ Έλλησι Σατύρη και Καλλίστιον, ης την σαγήνην φεύγων,
ως άλλος Ιωσήφ τας ηδονάς της Αιγυπτίας, έδραμον νύκτωρ
εκ του Παλατίου της Κωνσταντίνου Πόλεως από ετών τριάκοντα
αναβάς εις το Όρος τούτο το Θεοβάδιστον; Και ιδού νυν αύτη
ενώπιόν μου η θυγάτηρ Ιεζάβελ και Ηρωδιάδος και Δαλιδάς.
Και ημέρα μία ου παρήλθεν επ’ αυτής• ότι το πρόσωπον αυτής
ως γλυκασμός των αγγέλων• και τα χείλη αυτής αβρότερα
κάλυκος ρόδου• και αι λαγόνες αυτής επιθυμία βασιλέων.
Άρα ουν εγώ εις μάτην παρέδωκα την θέλησίν μου εις μάστιγας;
Ουκ έστιν ίασις εν τη σαρκί μου; Ουκ έστιν ειρήνη εν τοις
οστέοις μου; Σώσον με, Κύριε, ότι εισήλθοσαν ύδατα έως
ψυχής μου».
[Σημείωση
Δεν είναι καθόλου περίεργο που ο Ζωσιμάς χρησιμοποιεί στην
αφήγησή του φράσεις από τους Ψαλμούς του Δαβίδ και από την
εκκλησιαστική υμνογραφία. Είναι όμως αξιοσημείωτο, ότι είχε
προφανώς υπ’ όψιν και κάποια συλλογή ερωτικών επιγραμμάτων
(του Μελεάγρου; του Αγαθία του Σχολαστικού; Του πρωθιερέα
Κεφαλά, ίσως;) όπως συνάγεται από τις αισθησιακές αναφορές του
στην Ηλιοδώρα.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου