Πέμπτη 11 Αυγούστου 2011

Μικρά Θαλασσινά Φεγγάρια (ΕΡΤ 1 1985, 1986, 1987) /2/ η μοναξιά του λαμπαδόρου




Μικρά Θαλασσινά Φεγγάρια (2)
(το κείμενο της ταινίας}
©Βασίλης Πολύζος 1985

{Απαραίτητη διεκρίνιση:
Οι φωτογραφίες του Βασίλη Πολύζου που παρουσιάζονται
από το προσωπικό του αρχείο σε τούτο το μπλογκ,
καθώς και στο μπλογκ Διζιλάνδη κατά καιρούς
και σε συνάφεια προς τα κείμενα των αναρτήσεων,
δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση με τις φωτογραφίες
συνονόματων, που προβάλλονται
σε διάφορες φωτογραφικές λέσχες (Μεσολογγίου,
Θεσσαλονίκης, Πανοράμιο κλπ κλπ κλπ),
ούτε ο ίδιος, προφανώς, με τους κατά πάντα
άξιους αυτούς συνεπώνυμους.
Αυτά για να μην μπερδευόμαστε και
προς άρσιν κάθε σύγχυσης.
Βασίλης Πολύζος, συγγραφέας}

ΙΙΙ
Το Πήλιο απλώνεται –ένα μπράτσο στο Αιγαίο-
κλείνοντας στον κόρφο του τον Παγασητικό.
Κι εκεί κοντά στην κλείδωση του αγκώνα
το ψαροχώρι ο Πλατανιάς
λιμάνι απάνεμο να πιάνουν τα καΐκια,
έχει τη Σκιάθο αριστερά
κι αντίκρυ του την Εύβοια.

Ώρα νωθρή –απομεσήμερο.
Στα μαγαζιά αποφάγανε οι πελάτες
μα δεν κουνάν απ’ τις καρέκλες τους
κάτω απ’ τις απλωμένες τέντες
κοιτάζοντας πέρα τη θάλασσα
τις ψαροπούλες που γλιστράν στο διάφανο νερό
αφήνοντας μικρούς γαλάζιους ίσκιους πίσω τους
καθώς τις κουμαντάρει με κουπί ο λαμπαδόρος
νά ’ρθουνε δίπλα στο καΐκι.

Σε λίγο τα γρι γρι θ’ αρχίσουνε να βγαίνουν.
Στερνό θα βγει το πιο μεγάλο, ο «Κωσταντίνος»,
είκοσι τρία μέτρα πλώρη-πρύμη
πλήρωμα δώδεκα νομάτοι
κι ο καπετάνιος δεκατρείς.

Φτιαγμένο το σκαρί του από ιρόκο
ξύλο αφρικάνικο
που δυναμώνει μέσα στο νερό και σφίγγει
- παράπονο δεν έχει ο καπετάνιος
απ’ όταν το αγόρασε μισό μισό με τον με τον μικρότερο αδερφό του
Δώδεκα χρόνια τώρα
δε χρειάστηκε μεγάλο μερεμέτι
καμιά φορά μονάχα να του καθαρίσουνε τα ύφαλα
στον ταρσανά που είναι απέναντι στο Βόλο,
στα Πευκάκια.


ΙV

Τραβάμε απάνω το σανίδι.
Φεύγουμε.

Τραβάμε ανάμεσα Εύβοια και Σκιάθο. Πίσω οι δυο
βάρκες , με τις λάμπες τους, κυλάν στ’ αυλάκι που χαράζει η
καρίνα.
Στο καΐκι η δουλειά γίνεται συντροφικά, μπορείς να πεις
και δυο κουβέντες με τους άλλους, εκεί που μπαλώνεις τα
δίχτυα, να ζητήσεις ένα τσιγάρο, αν ξέμεινες.
Μα ο λαμπαδόρος, καθισμένος κατάχαμα στη βάρκα
του, υπομονεύει αμίλητος, ώρες ατέλειωτες, παρέα με τις
σκέψεις του μονάχα.
Αφήνουμε δεξιά μας το Ποντικονήσι, με το μικρό του
φάρο μια σβηστή πυγολαμπίδα.
Δυο γλάροι που μας πήραν το κατόπι, χαράζουν κύκλους,
κόντρα στον ήλιο, με τις φτερούγες τους πορφυρωμένες.
Όρθιος στη γέφυρα ο καπετάνιος, έχει το μάτι στο
ραντάρ.
Ρίχνουμε άγκυρα.
Στις βάρκες τους οι λαμπαδόροι ξυπνάν από το λήθαργο.
Δουλειά τους τώρα να φουντάρουν, για να πιάσουνε τα
ρεύματα.

Ηλιοβασίλεμα.
Οι μηχανές σβηστές. Απόλυτη γαλήνη.
Θέλουμε ώρα ακόμη ώσπου να ρίξουμε τα δίχτυα
.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

οι φωτογραφίες 2 και 3 (η μοναξιά του λαμπαδόρου)
είναι από τα καρέ της ταινίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: