Τρίτη 30 Απριλίου 2013

ασημένια φτερά






ασημένια φτερά

τις ώρες που απαγορεύεται η κυκλοφορία
οι αναζητούμενοι βαδίζουν ελεύθεροι στ σκέψη μας
υπεράνω νόμων
μπαίνουν στ’ αφύλαχτα νεκροπωλεία
τοποθετούν βιολέτες στα κρυστάλλινα βάζα
στέκονται μπροστά στους μεγάλους καθρέφτες
δοκιμάζοντας ρευστά περιγράμματα
προσαρμόζουν ασημένια φτερά στους ώμους τους
σαν έτοιμοι να πετάξουν
μόλις γυρίσουμε αλλού τα μάτια μας
έτσι ορίζουν την κάθε μας κίνηση
περιμένοντας να πληρώσουμε τα δηνάρια της φυγής τους
όπως περιμένουν με κλειστές ομπρέλες
αραδιασμένοι κάτω απ’ τις μαρκίζες οι ανέστιοι
το τελευταίο νυχτερινό λεωφορείο

ασημένια φτερά, ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από το βιβλίο Επίλογοι και άλλα Κεκραγάρια,
εκδ. ΕΡΙΦΥΛΗ 1999

ασημένια φτερά, εικαστικό του Βασίλη Πολύζου 2011

Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

ρέκβιεμ






ρέκβιεμ

το πρωινό φως μύριζε κλεισούρα
κι ο ουρανός ξινισμένο γάλα

εν τοις όρθροις μελετώ στον καθρέφτη
τις χαράδρες των ματιών μου
στοιχειωμένες με τη βουή πολλών ανέμων
ποιος είμαι σήμερα ή χτες ή αύριο
τόσα μίλια αστροφεγγιά περπάτησα
απ’ το Ιρκούτσκ ως την Αλμυρά Λίμνη
γυρεύοντας τη Νάντια και τη Λουκία τη λάμπουσα
και τι σημασία μπορεί να ’χει
που ποτέ δεν άνοιξε ο χάρτης
πέρα απ’ την Αργαλαστή
εδώ ήταν κάποτε δάσκαλος ο Βάρναλης
και το εμπορορραφείον δίπλα στο πεταλωτήριο
κι ο μαραγκός έφτιαχνε φέρετρα
χτυπώντας τελεσίδικα καρφιά
την ώρα που οι ναυλομεσίτες στο Canary Wharf
κλείδωναν τον Καβάφη στα κατάστιχά τους


ρέκβιεμ,
ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από το Ηλιακό Ποδήλατο, εκδ. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2003


requiem,
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου 2006

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

ώρες τεμπελιάς: AEMILII CARMENARIUM




AEMILII CARMENARIUM
ήγουν
ΠΟΙΗΜΑΤΑΡΙΟ ΤΟΥ ΑΙΜΙΛΙΟΥ
ήτοι
κατάλογος που περιλαμβάνει
εκατόν ένα και περισσότερα είδη ποιημάτων
που δεσμεύεται να γράψει ο Αιμίλιος
εφόσον εξασφαλίσει επαρκή χορηγία
για την έκδοσή τους


Μετάφραση: Β. Πολύζος


αφιερωμένο

ποιήματα ναι μεν αλλά ή κάπως έτσι
ποιήματα επί μέτρω και επί παραγγελία
ποιήματα επικολυρικά και αμετροεπή
ποιήματα UFO και ποιήματα BUFFO

ποιήματα που θα γράφουν ποιήματα
ποιήματα που θα αντιγράφουν ποιήματα
ποιήματα που θα διαβάζουν ποιήματα
ποιήματα που θα καταβροχθίζουν ποιήματα
ποιήματα που θα ζηλεύουν τα άλλα ποιήματα
ποιήματα που θα κρύβονται πίσω από άλλα ποιήματα
ποιήματα που θα ασελγούν πάνω σε ποιήματα
ποιήματα που θα στραβοκοιτάζουν τα άλλα ποιήματα
ποιήματα που θα διαβάζουν το φλιτζάνι

ποιήματα που θα σταυροκοπιούνται
ποιήματα pater nostrum
ποιήματα αμήν και κυριελέησον
ποιήματα urbi et orbi


ποιήματα που θα ισορροπούν στο ένα πόδι
ποιήματα που θα δείχνουν τα δόντια τους
ποιήματα που θα βγάζουν γλώσσα
ποιήματα που θα μας τραβάν απ’ το μανίκι

ποιήματα βεράντας και κήπου
ποιήματα γονατιστά και πάντα όρθια
ποιήματα μηχανόβια
ποιήματα αντιολισθητικά και αντιισταμινικά
ποιήματα με το χέρι βαθιά στην τσέπη
ποιήματα με φαντεζί  κασκόλ
ποιήματα με περουκίνο
ποιήματα με 4 μασέλες
ποιήματα μονόφθαλμα και εξώφθαλμα
ποιήματα διασωληνωμένα στην εντατική
ποιήματα με τα δυο πόδια σ’ ένα παπούτσι
ποιήματα επ’ ώμου και παρά πόδα

ποιήματα που θα περιμένουν στη γωνία
ποιήματα που θα κοντοστέκονται στην εξώπορτα
ποιήματα που θα τρίβουν τα χέρια τους στο τζάκι
ποιήματα που θα νίπτουν τας χείρας των
ποιήματα που θα μοιράζουν ξένα κόλλυβα
ποιήματα που θα τρίζουν τα δόντια τους τη νύχτα
ποιήματα που θα ροχαλίζουν μακαρίως
ποιήματα που θα χασκογελάνε
ποιήματα που θα σε κοιτάζουν αφ’ υψηλού
ποιήματα που θα σου κάνουν μασάζ
ποιήματα που θα ηδονίζονται με jacuzzi
ποιήματα που θα ψάχνουν για άδεια πουκάμισα
ποιήματα που θα δέρνουν τον πατέρα τους
ποιήματα που θα κοιμούνται  με τη μάνα τους
ποιήματα που δεν θα δέχονται μύγα στο σπαθί τους

ποιήματα με δύσπνοια
ποιήματα άνευ προηγουμένου
ποιήματα τρικούβερτα και τρικομματικά
ποιήματα εκ των ων ουκ άνευ
ποιήματα περιτετμημένα και απερίτμητα
ποιήματα  πεντάστερα και εξαδάχτυλα
ποιήματα τριών ή και τεσσάρων ταχυτήτων
ποιήματα  ομοιοπαθητικά και χορτοφάγα
ποιήματα για τους εδώ και τους απέναντι
ποιήματα καθ’ έξιν και κατ’ επάγγελμα
ποιήματα εναέρια και υπόγεια

εν συντομία και με δυο λόγια

ποιήματα που θα κλαιν χωρίς να βγάζουν δάκρυ
ποιήματα που θα βλέπουν φως στου τούνελ την άκρη

ποιήματα με χειρουργικά γάντια
ποιήματα για την Αγγέλα και τη Νάντια

ποιήματα που δεν θα βρέχουν το κρεβάτι τους
ποιήματα που θα βαδίζουν σε δρόμους απάτητους

ποιήματα που θα φοράν γόβα στιλέτο
ποιήματα που θα γλιστράν με χάρη στο παρκέτο

ποιήματα για το κερί και το λιβάνι
ποιήματα κρεμασμένα ανάποδα απ΄ το ταβάνι

ποιήματα με ανοιχτή παλάμη
ποιήματα με σφαίρα στη θαλάμη

ποιήματα που θα παιζουν κομπολόι
ποιήματα που θα κοιτάζουν κάθε δυο λεπτά το ρολόι

ποιήματα από δεύτερο χέρι
ποιήματα που δεν θα έχουν στον κόσμο ταίρι

ποιήματα για μια τρικάταρτη μπομπάρδα
ποιήματα που θα τρώγονται με μαγιονέζα ή μουστάρδα

ποιήματα που γύρισαν από τον άδη
ποιήματα που κατούρησαν στο πηγάδι

ποιήματα in the manner of  Μπόρχες και Πεσόα
ποιήματα για το μεγάλο ηφαίστειο Κρακατόα

ποιήματα κλεισμένα σε ντουλάπα τρίφυλλη
ποιήματα που αρπάξαν σκουλαμέντο και σύφιλη

ποιήματα για τα εμπρόσθια και τα οπίσθια
ποιήματα που θα πνέουν τα λοίσθια

ποιήματα τριγενή και ομοιοκατάληκτα
ποιήματα ευπώλητα για τα μεγάλα μπακάλικα

ποιήματα με ανεμογκάστρι
ποιήματα που θα κρατάν στη χουφτα ένα πεφτάστρι

ποιήματα δικοτυλήδονα με τον τρόπο του Σεφέρη
ποιήματα φιλήδονα για μια Κυρία από τ’ Αλγέρι

ποιήματα για όλες τις ώρες
ποιήματα που θα κλέβουν οπώρες

ποιήματα για τη Λένα και τη Λένκω
ποιήματα που θα ζήλευε κι η Άννα Γκορένκο

ποιήματα για ψύλλου πήδημα
ποιήματα με πνευματικό οίδημα

ποιήματα προ- και μετα- μοντέρνα
ποιήματα κατάλληλα για την ταβέρνα

ποιήματα κλεψιμαία και κλεψίτυπα
ποιήματα για ολιγάριθμα αντίτυπα

ποιήματα καλά και συμφέροντα
ποιήματα για κάθε γέροντα

ποιήματα για την Ομάδα Μπλούμσμπερι
ποιήματα που σίγουρα θα γίνουν στάχτη και μπούλμπερη

ποιήματα δυσκολονόητα τύπου Βαβέλ
ποιήματα για τη Μέριλιν γυμνή μα με δυο σταγόνες chanel

ποιήματα που θα κρύβουν το κεφάλι στην άμμο
ποιήματα επιθαλάμια κατάλληλα για το γάμο

ποιήματα που θα γράφονται με σπρέι έξω απ’ τη φάμπρικα
ποιήματα καφτερά με τσίλι και πάπρικα

ποιήματα που θα πέφτουν σα μήλα κάτω απ΄ τη μηλιά
ποιήματα που θα υπομένουν τα πάνδεινα χωρίς να βγάζουν μιλιά

και εν κατακλείδι

ποιήματα γενόσημα βρώσιμα και πόσιμα
ποιήματα που θα αντιστέκονται πεισματικά στον άνεμο
σκαλωμένα στο κοτετσόσυρμα



AEMILII  CARMENARIUM
©Βασίλης Πολύζος 2013

Εικόνα:
χρησιμοποιήθηκε το επάνω μέρος
από τη μινιατούρα
FORTUNA IMPERATRIX MUNDI
 του CODEX BURANUS (CARMINA BURANA)
13ος αι.
με προσθήκη της επιγραφής
AEMILII CARMENARIUM
στο κάτω μέρος
Β.Π.

Τρίτη 23 Απριλίου 2013

δίγλωσσο decadent



δίγλωσσο decadent 


 πέρασε την έκλυτη ζωή του
barking up the wrong skirts!



δίγλωσσο decadent

 από τη σειρά
τα δύστυχα του Αιμίλιου
©Βασίλης Πολύζος 2013

Chair on the Moon

(
face control)
μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου
2004

Κυριακή 21 Απριλίου 2013

μπανέλες





πεθαμένη τραγουδίστρια

οι απουσίες
κλειδωμένες στη ντουλάπα
περιμένουν την ώρα του λυκαυγούς

πέφτοντας στο κενό
μας συγκράτησε για μια στιγμή
ένα σύννεφο
λεπιδόπτερα ιριδίζοντα
από Μαρία Νεφέλη
προς Αντιφωνητή
και αντιστρόφως

μα πως είναι δυνατόν
ν’ ανακατεύεις παιγνιωδώς με τα δάχτυλά σου
τα χρυσά μαλλάκια του φεγγαριού
ενώ το σώμα σου βαθμηδόν εκλείπει
φεύγοντας απ’ το πάρτι οι καλεσμένοι πήραν
άλλος το φως των τζαμιών κι άλλος
την καθιστή μπανιέρα των οργίων
κι άλλος ξήλωσε τα εντοιχισμένα όνειρα
και πλέον τι νόημα έχουν
αναρωτιέσαι
τα μαραμένα βυζιά της Σιμόν ντε...
ένθα απέδρα πάσα ηδονή και στεναγμός



πεθαμένη τραγουδίστρια

ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από τη συλλογή Ηλιακό ποδήλατο
ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2003

εικόνα:
CORSET BALEININE
μια προσφορά
του φίλου Λευτέρη Τσαχάλη
από τις μέρες του Παρισιού

Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

η προκάτ άνοιξη κι ο τελετάρχης




…κατά την ημέρα της απογραφής
επί Αυγούστου Καίσαρος
τρέχαμε πίσω από τη νεκροφόρα
ώσπου στάθηκε στην εξώπορτα του Αιμίλιου

κι ο τελετάρχης φορώντας μαύρα γάντια
χτύπησε τρείς φορές το χάλκινο ρόπτρο
ένα μικρό χεράκι με λάθος δάχτυλα

περιμένοντας να κατεβάσουν τον νεκρό αδερφό μας
χαζεύαμε τα επάργυρα αγγελάκια
στην κορνίζα του ουρανού
και τα δυο άλογα ντυμένα μαύρα κρέπια
να χαϊδεύουν πότε πότε τις χρυσόμυγες με την ουρά τους

ύστερα πρόβαλε στο ανώφλι αρχάγγελος Μιχαήλ
κρατώντας ένα μπουκέτο πρώιμα σύννεφα
δεμένα με μοβ κορδέλα

κι εμείς τρομάξαμε γιατί τον διαπερνούσε ο ήλιος
ρίχνοντας κάτασπρη στο χώμα τη σκιά του

σημείο πως έπρεπε να φύγουμε
από την πύλη της Ανατολής
πριν μας αγγίξει με το βλέμμα του


Βασίλης Πολύζος
μποτίλια στο πέλαγο?
(απόσπασμα)

από το βιβλίο αναμνήσεις προκάτ άνοιξης
Εκδ. ΑΠΟΠΕΙΡΑ 2006

αγγελάκια στην κορνίζα του ουρανού
μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου
2005

Κυριακή 14 Απριλίου 2013

Τρεις Απρίληδες: ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος




THE SWEET APRIL

GEOFFREY CHAUCER
The Canterbury Tales
From The Prologue (lines 1-42)


(Note: The text in Middle English)

Whan that aprill with his shoures soote
The droghte of march hath perced to the roote,
And bathed every veyne in swich licour
Of which vertu engendred is the flour;
Whan zephirus eek with his sweete breeth            5
Inspired hath in every holt and heeth
Tendre croppes, and the yonge sonne
Hath in the ram his halve cours yronne,
And smale foweles maken melodye,
That slepen al the nyght with open ye                  10
(so priketh hem nature in hir corages);
Thanne longen folk to goon on pilgrimages,
And palmeres for to seken straunge strondes,
To ferne halwes, kowthe in sondry londes;
And specially from every shires ende                     15
Of engelond to caunterbury they wende,
The hooly blisful martir for to seke,
That hem hath holpen whan that they were seeke.
Bifil that in that seson on a day,
In southwerk at the tabard as I lay                         20
Redy to wenden on my pilgrymage
To caunterbury with ful devout corage,
At nyght was come into that hostelrye
Wel nyne and twenty in a compaignye,
Of sondry folk, by aventure yfalle                         25
In felaweshipe, and pilgrimes were they alle,
That toward caunterbury wolden ryde.
The chambres and the stables weren wyde,
And wel we weren esed atte beste.
And shortly, whan the sonne was to reste,            30
So hadde I spoken with hem everichon
That I was of hir felaweshipe anon,
And made forward erly for to ryse,
To take oure wey ther as I yow devyse.
But nathelees, whil I have tyme and space,           35
Er that I ferther in this tale pace,
Me thynketh it acordaunt to resoun
To telle yow al the condicioun
Of ech of hem, so as it semed me,
And whiche they weren, and of what degree,        40
And eek in what array that they were inne;
And at a knyght than wol I first bigynne.               42


Μεταγλώτισση (Modern English)
από τους Ronald L. Ecker και Eugene J. Crook

When April's gentle rains have pierced the drought
Of March right to the root, and bathed each sprout
Through every vein with liquid of such power
It brings forth the engendering of the flower;   
When Zephyrus too with his sweet breath has blown     5
Through every field and forest, urging on
The tender shoots, and there's a youthful sun,
His second half course through the Ram now run,
And little birds are making melody
And sleep all night, eyes open as can be                     10
(So Nature pricks them in each little heart),
On pilgrimage then folks desire to start.
The palmers long to travel foreign strands
To distant shrines renowned in sundry lands;   
And specially, from every shire's end                        15
In England, folks to Canterbury wend:
To seek the blissful martyr is their will,
The one who gave such help when they were ill.     
  Now in that season it befell one day   
In Southwark at the Tabard where I lay,                   20
As I was all prepared for setting out
To Canterbury with a heart devout,
That there had come into that hostelry
At night some twenty-nine, a company   
Of sundry folk whom chance had brought to fall       25
In fellowship, for pilgrims were they all
And onward to Canterbury would ride.
The chambers and the stables there were wide,
We had it easy, served with all the best;   
And by the time the sun had gone to rest                  30
I'd spoken with each one about the trip
And was a member of the fellowship.
We made agreement, early to arise
To take our way, of which I shall advise.        
But nonetheless, while I have time and space,           35
Before proceeding further here's the place
Where I believe it reasonable to state
Something about these pilgrims--to relate
Their circumstances as they seemed to me,   
Just who they were and each of what degree            40   
And also what array they all were in.
And with a Knight I therefore will begin.                  42

THE CRUEL APRIL

T. S. ELIOT
The Waste Land
From The Burial of the Dead (lines 1-42)


April is the cruellest month, breeding    
Lilacs out of the dead land, mixing           
Memory and desire, stirring       
Dull roots with spring rain.          
Winter kept us warm, covering                                   5
Earth in forgetful snow, feeding               
A little life with dried tubers.     
Summer surprised us, coming over the Starnbergersee
With a shower of rain; we stopped in the colonnade,     
And went on in sunlight, into the Hofgarten,               10
And drank coffee, and talked for an hour.           
Bin gar keine Russin, stamm’ aus Litauen, echt deutsch.               
And when we were children, staying at the archduke’s,               
My cousin’s, he took me out on a sled, 
And I was frightened. He said, Marie,                        15
Marie, hold on tight. And down we went.           
In the mountains, there you feel free.  
I read, much of the night, and go south in the winter.    

What are the roots that clutch, what branches grow       
Out of this stony rubbish? Son of man,                       20
You cannot say, or guess, for you know only      
A heap of broken images, where the sun beats,               
And the dead tree gives no shelter, the cricket no relief,              
And the dry stone no sound of water. Only        
There is shadow under this red rock,                          25
(Come in under the shadow of this red rock),    
And I will show you something different from either      
Your shadow at morning striding behind you      
Or your shadow at evening rising to meet you; 
I will show you fear in a handful of dust.                      30
        Frisch weht der Wind            
        Der Heimat zu,         
        Mein Irisch Kind,     
        Wo weilest du?        
“You gave me hyacinths first a year ago;                     35
They called me the hyacinth girl.”            
—Yet when we came back, late, from the Hyacinth garden,        
Your arms full, and your hair wet, I could not      
Speak, and my eyes failed, I was neither              
Living nor dead, and I knew nothing,                            40
Looking into the heart of light, the silence.          
Öd’ und leer das Meer.                                               42


Η μετάφραση του Γιώργου Σεφέρη

Ο Απρίλης είναι ο μήνας ο σκληρός, γεννώντας 
Μες απ’ την πεθαμένη γη τις πασχαλιές, σμίγοντας 
Θύμηση κι επιθυμία, ταράζοντας
Με τη βροχή της άνοιξης ρίζες οκνές. 
Ο χειμώνας μας ζέσταινε, σκεπάζοντας 
Τη γη με το χιόνι της λησμονιάς, θρέφοντας 
Λίγη ζωή μ’ απόξερους βολβούς.
Το καλοκαίρι μας ξάφνισε καθώς ήρθε πάνω
                          {απ’ το Σταρνμπέργκερζε
Με μια μπόρα· σταματήσαμε στις κολόνες, 
Και προχωρήσαμε στη λιακάδα, ως το Χόφγκαρτεν,
Κι ήπιαμε καφέ, και κουβεντιάσαμε καμιάν ώρα. 
Bin gar keine Russin, stamm’ aus Litauen, echt deutsch.
Και σαν ήμασταν παιδιά, μέναμε στου αρχιδούκα,
Του ξαδέρφου μου, με πήρε με το έλκηθρο, 
Και τρόμαξα. Κι έλεγε, Μαρία, 
Μαρία, κρατήσου δυνατά. Και πήραμε τhν κατηφόρα.
Εκεί νιώθεις ελευθερία, στa βουνά.
Διαβάζω, σχεδόν όλη νύχτα, και πηγαίνω το χειμώνα
                       {στο νότο.
Ποιες ρίζες απλώνονται γρυπές, ποιοι κλώνοι
                         {δυναμώνουν
Μέσα στα πέτρινα τούτα σαρίδια; Γιε του ανθρώπου,
Να πεις ή να μαντέψεις, δεν μπορείς, γιατί γνωρίζεις
                            {μόνο
Μια στοίβα σπασμένες εικόνες, όπου χτυπάει ο ήλιός,
Και δε σου δίνει σκέπη το πεθαμένο δέντρο, κι ο γρύλος
                              {ανακούφιση,
Κι η στεγνή πέτρα ήχο νερού. Μόνο
Έχει σκιά στον κόκκινο τούτο βράχο,
(Έλα κάτω απ’ τον ίσκιο του κόκκινου βράχου),
Και θα σου δείξω κάτι διαφορετικό
Κι από τον ίσκιο σου το πρωί που δρασκελάει
                           {ξοπίσω σου
Κι από τον ίσκιο σου το βράδυ που ορθώνεται
                           {να σ’ ανταμώσει
Μέσα σε μια φούχτα σκόνη θα σου δείξω το φόβο.
Frisch weht der Wind
Der Heimat zu,
Mein Irisch Kind
Wo weilest du?
«Μου χάρισες γυάκινθους πρώτη φορά πριν ένα χρόνο·
Μ’ έλεγαν η γυακίνθινη κοπέλα».
—Όμως όταν γυρίσαμε απ’ τον κήπο των Γυακίνθων,
Ήταν αργά, γεμάτη η αγκάλη σου, και τα μαλλιά σου υγρά,
                             {δεν μπορούσα
Να μιλήσω, θολώσανε τα μάτια μου, δεν ήμουν 
Ζωντανός μήτε πεθαμένος, και δεν ήξερα τίποτε,
Κοιτάζοντας στην καρδιά του φωτός, τη σιωπή.
Oed’und leer das Meer.


ΑΠΡΙΛΗΣ PRO BONO PUBLICO

Βασίλης Πολύζος
Το Ταξίδι του Αιμίλιου στην Έρημη Χώρα
(ΕΡΙΦΥΛΗ 2008)

ΑΠΡΙΛΗΣ

απρίλης pro bono publico
μια κατολίσθηση λέξεων
μεγαλοβδόμαδο πάσχα τ’ αηγιωργιού
η μυρουδιά της σκόνης
ιχνογράφησε μια κοπέλα                                    5
που θαύμαζε τις επωμίδες
τα χρυσά κρόσσια
τα σιρίτια
τις στάσεις των εγκωμίων
η μυρουδιά του καπνού τυπωμένη στο τζάκι      10
μαύρες δαχτυλιές απ’ το χειμώνα
έφερε στα ρουθούνια το γκρεμισμένο σπίτι
εδώ ακουμπούσε το χέρι της
στην κουπαστή της σκάλας
στο ξηλωμένο μπαλκόνι κάποτε η ματζουράνα της   15
τα μάτια της έκλεισαν στο σκληρό φως
άνοιξαν στο φόβο
ήρθε μετά pro bono publico
η ζεστή βροχή
κι η λάσπη ως το γόνατο                                     20
κι η γάτα με τα πόδια παστωμένα στον ασβέστη
φάνηκε στο πρώτο στιχάκι
χάθηκε στο δεύτερο
και πάντως τα παιδιά
έπαιζαν το γλυκύ έαρ στο κεφαλόσκαλο                25
κι η γυναίκα στο κρεβάτι ανακεκλιμένη
τραγουδούσε σε labia majora και labia minora
ευλόγησον Κύριε τας εισόδους και τας εξόδους
μετά βαΐων και κλάδων φοινίκων
ωσαννά ω σουζάννα don’t you cry for me                 30
θα φυσήξει απαλό αεράκι στα λιβάδια
θα φυσήξει esprit de corps στους τάφους
κι οι μεταλλικοί φαντάροι σκραπ στο σιδηρουργείο
μπορείς να φτιάξεις από κάθε σώμα
ως εκατό μαχαίρια                                                      35
μπορείς να φτιαξεις μανουάλια και πενοστάτες
κι έναν μεσονύχτιο άνθρωπο με δικράνι
καταμεσής του δρόμου
θυγάτηρ βαβυλώνος η ταλαίπωρος
θα δοξαστεί αυτός που θα σηκώσει ψηλά                   40
τα βρέφη σου
και θα τα συντρίψει πάνω στην πέτρα                         42

Σάββατο 13 Απριλίου 2013

Άνοιξη '13 / hortus siccus




hortus siccus

τούτη την άνοιξη
μας σώθηκαν κι οι κάμπιες
ραγιάδες, ραγιάδες


Βασίλης Πολύζος
hortus siccus
DIZZILAND
εκδ. ΕΡΙΦΥΛΗ 2001


Άνοιξη ΄13
μια ζωγραφιά
του Βασίλη Πολύζου
2013

Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΑ στον κ. Πρετεντέρη: είδαμε και πάθαμε (για τους σολοικισμούς δεν μάθαμε;)



Δεν θα ήθελα να ασχοληθώ ξανά, αλλά πολλά
πράγματα "πάνε πακέτο",  όπως εύστοχα
επισημαίνεται στον τίτλο των σημερινών
"Εμπιστευτικών" του  κ. Ι.Κ. Πρετεντέρη στην
εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ.
Λ.χ. οι σολοικισμοί του ίδιου, που κάθε τόσο
βγαίνουν στον αφρό και μας αιφνιδιάζουν
(ευχάριστα, πρέπει να ομολογήσω), καθώς
δίνουν μια νέα δυναμική στην γλώσσα μας.
Όπως η φράση την οποία μεταφέρω εδώ
αυτούσια από το παραπάνω άρθρο. Ιδού:

"ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ την οποία είδαμε και
πάθαμε να κλεισει" !

Κάτι βέβαια μου διαφεύγει σε σχέση με τη
...σύνταξη, αλλά κανείς ποτέ δεν ξέρει.

Παρακαλώ, βοηθήστε με, Κύριε Πρετεντέρη!

Αιμίλιος

Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

ZBIGNIEW HERBERT, 2 ποιήματα (Μετάφραση: ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ)





                                   ΒΟΤΣΑΛΟ



Το βότσαλο
είναι ένα τέλειο ον

ισοδύναμο του εαυτού του
με συνείδηση των ορίων του

ξέχειλο
από βοτσαλένιο νόημα

με άρωμα που δεν ανακαλεί τίποτα
δεν φοβίζει κανέναν εν διεγείρει την επιθυμία

η θέρμη και η ψυχρότητά του
είναι αμερόληπτες και αξιοπρεπείς

νιώθω βαθιές τύψεις
όταν το κρατώ στο χέρι μου
και μια απατηλή θαλπωρή διαπερνά
το ευγενές σώμα του

   -
Τα βότσαλα δεν εξημερώνονται
   μέχρι τέλους θα μας κοιτούν
   με ατάραχο και ολοκάθαρο μάτι



                            ΦΩΝΗ


Βαδίζω στην ακρογιαλιά
προσπαθώντας να συλλάβω εκείνη τη φωνή
ανάμεσα στο σπάσιμο
δύο αλλεπάλληλων κυμάτων

δεν υπάρχει όμως φωνή
μόνο η ξεμωραμένη φλυαρία του νερού
αλμυρό τίποτα

μία φτερούγα λευκού πουλιού
που στεγνώνει κολλημένο σε μια πέτρα

βαδίζω προς το δάσος
όπου επιμένει το αέναο
βουητό μιας γιγάντιας κλεψύδρας
μεταπλάθοντας φύλλα σε χώμα
χώμα σε φύλλα
δυνατά σαγόνια εντόμων
καταβροχθίζουν τη σιωπή της γης

βαδίζω μες στα χωράφια
πράσινα και κίτρινα σεντόνια
πιασμένα με καρφίτσες ζωυφίων
τραγουδούν σε κάθε χάδι του ανέμου

πού είναι εκείνη η φωνή
θα πρέπει να μιλήσει
όταν για μια στιγμή πάψει
ο αδιάλλακτος μονόλογος της γης

τίποτα παρά ψίθυροι
χειροκροτήματα εκρήξεις
επιστρέφω σπίτι
και η εμπειρία μου
παίρνει το σχήμα μιας διάζευξης
ή ο κόσμος είναι βουβός
ή εγώ είμαι κουφός

ίσως όμως
είμαστε και οι δύο
καταδικασμένοι στις οδύνες μας

συνεπώς πρέπει
χέρι-χέρι
να τραβήξουμε στα τυφλά
προς νέους ορίζοντες
προς στενωπά λαρύγγια
απ’ όπου αναδύεται
ένα ακατανόητο γουργουρητό



ZBIGNIEW
HERBERT
2 ποιήματα από το βιβλίο
Η ΨΥΧΗ
TOY κ. COGITO ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
ΑΘΗΝΑ 2001

εικόνα
cogito ergo sum

εικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2006

Κυριακή 7 Απριλίου 2013

φυσητής γυαλιού




μακαρισμοί

Μ
ακάριοι οι ρακοσυλλέκτες
ότι αυτοί θα κληρονομήσουν
τ’ απομεινάρια του φεγγαριού.

Μακάριοι οι βαλσαμωτές των ανέμων
ότι αυτοί θα κυβερνήσουν
το μουσείο των πουλιών.

Μακάριοι οι ελεγκτές
των υπόγειων διαδρομών
ότι αυτοί θα μελετήσουν
τα τετράδια των αγγέλων.

Μακάριοι οι φυσητές του γυαλιού
ότι το πνεύμα αυτών
κρύσταλλος.

Μακάριοι οι αιθεροβάμονες
ότι ο μισθός αυτών πολύς
εν τοις ουρανοίς.



 Βασίλης Πολύζος

μακαρισμοί
DIZZILAND
ΕΡΙΦΥΛΗ 2001

angels notebook
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2013

Παρασκευή 5 Απριλίου 2013

Μαρία Ροδοπούλου, 3 ποιήματα




Σαν μια μικρή μαντεμένια στόφα

Αλλά
υπάρχουν πράγματα που αγνοούμε ή μας αγνοούν

Αφού διαμαρτύρεσαι θα σου πω
Βλέπω πίσω από τις σκιές
Πίσω από το δωμάτιο που έχει πιάσει ρίζες
Το σώμα μου μια όμορφη κυψέλη
Τα χέρια που κλείνουν τα μάτια αιμορραγούν πιθανότητες
Οι άνθρωποι είναι σα μικρές καμινάδες
Κάποιοι μεγαλώνουν και γίνονται φουγάρα πλοίων
Ενοικιάζουν τον πνιγμό τους στο πρώτο τυχαίο ναυάγιο
Ο Τιτανικός σε επαναλήψεις
ή αν προτιμάς η κοκκινοσκουφίτσα
που αιώνες τώρα παγιδεύει τον λύκο
μες στην κατακόκκινη πείνα της
Κάποιοι
σαν εμένα
δεν μεγαλώνουν
Γίνονται χαριτωμένες μαντεμένιες στόφες
Καίγονται
καίγονται
καίγονται
κι όμως σχεδόν αλώβητες σκουριάζουν
Είναι το νερό
σε κείνες τις μικρές ελάχιστες κυψέλες τους κρυμμένο
Σου το είπα
Βλέπω πίσω από τις σκιές
Πίσω από τις ιστορίες που αφήνουν το αποτύπωμά τους
όπως το φίδι αφήνει το ίχνος του  στο φρέσκο γρασίδι
Πίσω από τις ιστορίες που αφήνουν το σημάδι τους
σαν την ανεξίτηλη ρωγμή του έρωτα στο πρόσωπό μου
Είναι δώρο!

Stuff like that, όπως λέει και η Helen από το Salem

Ξέρεις εκεί που κάποτε
καίγανε
καίγανε
καίγανε
μικρές όμορφες αθάνατες στόφες




 Η τραγωδία της κουρτίνας

Επειδή σκαρφιστήκαμε
όλη την ιστορία από την αρχή
μια νότα τραγωδίας είχε μόνο η κουρτίνα
Έπεφτε κλαίγοντας μεταξύ των πράξεων

Ασβεστώναμε απόγνωση τα μάτια
Ο πατέρας φορούσε σωσίβιο λεκιασμένο στόμα
η μητέρα κρατούσε σχολαστικά απομνημονεύματα
για τις σπασμένες βάρκες  στις  ξέρες  των χειλιών της

Εκείνη κι εγώ ψαλιδίζαμε
τον ποδόγυρο  ξένων εγκλημάτων
Σκοτώναμε τις νύχτες
στρώνοντας ταπετσαρίες στα σπίτια των νεκρών

Μετά έκλεψε την κουρτίνα
Πέταξε μακριά πάνω στην μαγική μας λύπη
Μόνη απέμεινα να μαζεύω αποκόμματα
Κάποια στιγμή θα συνθέσω την δική μου τραγωδία

Επειδή ζυμώσαμε
όλο το παραμύθι από την αρχή
μια ιδέα θλίψης είχε μόνο η κουρτίνα
Έπεφτε με λυγμούς μεταξύ των happy ends



Χτυπάει το τηλέφωνο
Δεν κοιτώ πίσω από καθρέφτες παλιούς
με φοβίζει το ύφος του τοίχου
Δεν ερμηνεύω τις τυπωμένες οδηγίες
με τρομάζουν οι παραπομπές Ούτε αλλάζω συρμό
με καταπίνουν οι σταθμάρχες
Είμαι υπάκουο βαγόνι εικονικής ανταρσίας
Πλήρως εξοπλισμένο κομμάτι αναπόδεικτου θεωρήματος
που φτιάχνεται μ επιμονή κι υπομονή
από τους εργοδηγούς συσκευασμένης ελευθερίας

Δεν ακούει κανείς  το τηλέφωνο;

3 ποιήματα
από το βιβλίο της Μαρίας Ροδοπούλου
ΕΙΜΑΙ ΠΟΛΛΕΣ
που θα κυκλοφορήσει αυτές τις μέρες
από τις εκδόσεις ΙΔΕΟΓΡΑΜΜΑ

εικόνα
αναδυομένη
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου 2008 

Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

Η Ιστορία και η Φάρσα σε επανάληψη: "Κόκκινες γραμμές"


Πώς Χάθηκαν οι "Κόκκινες Γραμμές"
(επανάληψη προαναγγελθείσας φάρσας)

του Βασίλη Πολύζου
(αναδημοσίευση από την ανάρτηση 28.9.2012)

κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμέ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκινες γρα
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκινες γρ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκινες γ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκινες
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκινε
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκιν
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκι
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκκ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κόκ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κό
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές κ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμές
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμέ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμμ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γραμ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γρα
κόκκινες γραμμές κόκκινες γρ
κόκκινες γραμμές κόκκινες γ
κόκκινες γραμμές κόκκινες
κόκκινες γραμμές κόκκινε
κόκκινες γραμμές κόκκιν
κόκκινες γραμμές κόκκι
κόκκινες γραμμές κόκκ
κόκκινες γραμμές κόκ
κόκκινες γραμμές κό
κόκκινες γραμμές κ
κόκκινες γραμμές
κόκκινες γραμμέ
κόκκινες γραμμ
κόκκινες γραμ
κόκκινες γρα
κόκκινες γρ
κόκκινες γ
κόκκινες
κόκκινε
κόκκιν
κόκκι
κόκκ
κόκ
κό
κ.

Σημείωση:
Προσοχή στο τελευταίο γράμμα!

Τρίτη 2 Απριλίου 2013

ο βροχοποιός και η άνυδρη μέρα






***************
και ποιά η ευθύνη μου ως βροχοποιού
που δεν μπόρεσα να κρατήσω
μήτε ένα σύννεφο
πάνω απ’ την άνυδρη ετούτη μέρα
ήρεμη σαν πουκάμισο νεκρού
ίδιο κενό στα παράθυρα
ίδιοι σκοτωμένοι γλάροι στο σαλόνι

***************
so hush little baby dont you cry
το πρόσωπό σου θα λιτανέψουν
οικιστήρες και πολιούχοι άγιοι
κουβαλώντας το ύπτιο καλοκαίρι
άχρι θανάτου utópia/uchrónia
φυτεύοντας γιγαbytes σιωπής
παρά τας διεξόδους των υδάτων
κι ο σπίνος κι η σουσουράδα θα κριθούν 
πεπτωκότες άγγελοι
causes of corruption in EU countries

***************


Βασίλης Πολύζος

αναμνήσεις προκάτ άνοιξης
Ε΄ εγώ ειμί η οδός
(απσπάσματα)
ΑΠΟΠΕΙΡΑ 2006

εικόνα:
αναμνήσεις προκάτ άνοιξης 2013
αναδρομική αφίσα του Βασίλη Πολύζου