Πέμπτη 30 Μαΐου 2013

"ενύπνιο" ή περί επαρκείας των προφητών





ενύπνιο
                                                après moi, le déluge!
                                                Ναβουχοδονόσορ Β’
                                                (από σφηνοειδή επιγραφή)


ήρθαν και πέρασαν λευκά φεγγάρια
ήρθαν και πέρασαν φεγγάρια πιο λευκά
κι εγώ με μια λάμπα αφερέγγυα στο μέτωπο
ως κινέζος ανθρακωρύχος
χρόνια τώρα εγκαταβιώ σ’ αυτό το υπόγειο
σκαλίζοντας τη γενική πτώση των ουσιαστικών
παρά τις υποδείξεις των γονέων μου αλλά και
της πρώτης εξαδέλφης μου Καλλιόπης
ότι δεν υπάρχει κρυμμένος θησαυρός

αν αναδυθώ με πρόθεση το τραμ
για τη λαοσύναξη της αγοράς
όπου να εξετάσω την ποιότητα
και την επάρκεια των προφητών
στην πόρτα θα με σταματήσει ο πορθμεύς
με ένα απόδος ω κατάρατε
ζητώντας μου να εξηγήσω
το τελευταίο ενύπνιο του Ναβουχοδονόσορος


Βασίλης Πολύζος,
ενύπνιο
ένα ποίημα από τη συλλογή
μια δεύτερη ανάγνωση του ποιητή Κ*
και άλλα αμφίδρομα»

εκδ. ΑΠΟΠΕΙΡΑ 2008

εικόνα:
αφίσα του Βασίλη Πολύζου
για την έκδοση του βιβλίου
2008

Τρίτη 28 Μαΐου 2013

Γιώργος Χρονάς, τέσσερα ποιήματα




IL
VERO

Με σάλπιγγες και ιαχές
η μέρα σηκώνεται πάνω από τις πόλεις
Κοίτα τις πόλεις από ψηλά
τα έρημα λιμάνια
Κοίτα τους δαιμόνους πώς ετοιμάζονται
Ένα χτύπημα στο σύρμα του τηλεφώνου
και πάλι αναχωρούν απόψε.


PENSARE

Καθώς περπατώ μαζί σου
δίπλα σε αποξηραμένα έλη
κάτω από μισογκρεμισμένους ναούς
ανακαλύπτω τις τροφές που πήρες
ψωμί ελιές
ίσως τυρί
Και πάνω το άσπρο εγίνηκεν ασβέστης
και το γαλάζιο μια υπόθεση πλαστικού
χυμένου στα πλακάκια.


IMMAGINARE

Τη μουσική αυτή ακούνε οι εραστές
καθώς η μέρα έχει πεθάνει από ώρα
σε πυκνοκατοικημένες περιοχές, σε γειτονιές απόμακρες
μέχρι κάτω στο λιμάνι
όταν την τυλίγουνε σε κασέλες ψαριών τη θάλασσα
Και δεν έχουνε ακόμη αποφασίσει σε ποιον να κινηθούν
καθώς φτάνουνε τα πρώτα αμάξια της νύχτας
̶  ψεύτικα βλέφαρα, βαμμένα χείλη
και οι λέξεις πίσω από τα κατεβασμένα τζάμια
ακούγονται σαν άνεμος στα δέντρα

̶  Είναι τέλος του μηνός˙ δεν έχει φεγγάρι απόψε.


SENTIRE

Όπως αρχίζει ένα τραγούδι
κι όλα είναι αβέβαια
ρυθμοί και λόγια όπου αρχινούνε
σκέψεις κι αισθήματα που δεν ξετυλίχτηκαν
Κι έπειτα όλα τα βλέμματα κλεισμένα
Τα μότορσιπ, οι βάρκες όταν εκίνησαν να βγούνε
        έξω από τους κύκλους των ανέμων
δεν ήξεραν τους τόπους, τα σχήματα των δέντρων
μήτε τ’ αγόρια από τις άλλες θλίψεις πλανεμένα
Τα πεσμένα χρώματα στην όψη των νεκρών
Κι έπειτα μεγάλη ώρα για ν’ αρχινήσουν τα μικρά
Περασμένα μεσάνυχτα το τσίρκο Μεντράνο στο Τουρίνο
         αρχίζει παραστάσεις στη σειρά
Τα ποδήλατα, οι θηριοδαμαστές, τα στεφάνια
         όλα στην τάξη
Το τσίρκο Πράγας, το τσίρκο Κουάλα Λουμπούρ
         αρχίζει παραστάσεις.      


Γιώργος Χρονάς
Ο ΑΝΑΙΔΗΣ ΘΡΙΑΜΒΟΣ
(1979-1984)
IL VERO
PENSARE
IMMAGINARE
SENTIRE
από το βιβλίο
Τα ποιήματα 1973-2008
εκδ. ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ 2008

εικόνα:
pensare
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2013

Σημ.: πολυτονικό στην έκδοση

Κυριακή 26 Μαΐου 2013

η αλήθεια για τη Ματίλντα? / apple beating time







Ματίλντα

ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου


Η Ματίλντα, the flower-eater,
η ξεναγός των πλανόδιων μουσικών,
μου γνέφει ένα χτυποκάρδι,
ένα ταξιδιάρικο φιλί στην άκρη των δαχτύλων της.

Ρίχνει στο δεξί της ώμο μια πλεξούδα ηλιαχτίδες,
τιτιβίζει κρυστάλλινα γελάκια,
ποζάρει Ρίτα Χέιγουορθ – Μπριζίτ – Ναστάζια – Οφηλία,
σαϊτεύει ίσια στην καρδιά μου.

Λέει,
σήμερα δε με νοιάζει ν’ αφήσω τ’ άρωμά μου
στα σεντόνια του Arundel Hotel,
να σου χαρίσω όλα τα fados που φωλιάζουν στην κιθάρα μου
την Ημέρα των Ψυχών θα ’μαι φρόνιμη στη Σίντρα.

Η Ματίλντα πέταξε τα σαντάλια της
και τρέχει ξυπόλυτη στο πάρκο.
Τα μαλλιά της ιππεύουν τον άνεμο.
Μες στο ριχτό μπλουζάκι της
παίζουν ragtime δυο περιστέρια.
Στο θρόισμα των ποδιών της
ανθίζουν πυρκαγιές τα flamingos.

Στην κυριακάτικη εξέδρα ο ζογκλέρ
κρατάει για χάρη της ακίνητα στον αέρα
εφτά κουρδιστά καναρίνια.
Ύστερα με μιαν αδιόρατη κίνηση την εξαφανίζει.


Βασίλης Πολύζος
Ματίλντα
Επίλογοι και άλλα Κεκραγάρια
Εριφύλη 1999

εικόνα:
apple beating time
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2013


Matilda
a calypso song
by Harry Belafonte

Hey! Matilda, Matilda, Matilda,
She take me money and run Venezuela.
Once again now!
Matilda, Matilda, Matilda,
She take me money and run Venezuela.

Five hundred dollars, friends, I lost:
Woman even sell me cat and horse!
Heya! Matilda,
She take me money and run Venezuela.

Well, the money was to buy me house an' lan'
Then she got a serious plan,
A-hey, ah!
Matilda, she take me money and run Venezuela.

Well, the money was just inside me bed,
Stuck up in a pillow beneath me head.
Don't you know,
Matilda, she found me money and run Venezuela.

Well, me friends, never to love again,
All me money gone in vain!
Uh, heya!
Matilda, she take me money and run Venezuela.


ποια είναι η αλήθεια
για τη Ματίλντα
?

Τρίτη 21 Μαΐου 2013

Μαρία Χρονιάρη - ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΖΙ - παρουσίαση




    Παρουσίαση του βιβλίου ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΖΙ
της Μαρίας Χρονιάρη (εκδ. ΑΠΟΠΕΙΡΑ 2012)
θα γίνει αύριο 22.5.2013 στις 8 το βράδυ στο
Polis Art Cafe, στο αίθριο της Στοάς Βιβλίου.
     Θά μιλήσουν για το βιβλίο:
ο Δημήτρης Παπαχρήστος και ο Βασίλης Πολύζος.
     Αποσπάσματα από το βιβλίο θα διαβάσει
ο ηθοποιός Νίκος Βερλέκης.     
     Παραθέτω δείγμα γραφής:
   


Δευτέρα 20 Μαΐου 2013

ένα τροχόσπιτο από χρόνια ξεχασμένο / Εύα




                                           της Εβελίνας


ένα τροχόσπιτο από χρόνια ξεχασμένο
στη γέμιση του φεγγαριού

έρχονται οι φωνές των μενεστρέλων
από μακριά

σιγά σιγά κοιμήθηκε 
η θάλασσα στην αγκαλιά σου

σε γυρεύω


Βασίλης Πολύζος
ένα τροχόσπιτο από χρόνια ξεχασμένο
Κρεολή Σελήνη
Απόπειρα 2010

Εύα
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2013

Τετάρτη 15 Μαΐου 2013

απογραφή κενού / Electra




απογραφή κενού

παρόλο που τα ’χα καλά φυλαγμένα
και εκτός λογικής laissez-faire
τα ποντίκια μού φάγανε
όλα μου τα πολύτιμα κειμήλια
και πιο συγκεκριμένα:
πέντε σχήματα λόγου
παλιά μεν αλλά σε καλή κατάσταση
το δάσος που φορούσα κατάσαρκα
όταν χιόνιζε
την ηλεκτρική Ηλέκτρα
που ζέσταινε τα βράδια μου
(the leggiest woman!)
τη δοτική και την κλητική πτώση της Μόνικα
τη γηραιά Αλβιόνα
τρεις φίλους δεινούς αντιγραφείς
δύο βαλτόπαπιες
μια μεταμοντέρνα καρδερίνα
τη μεγάλη σφραγίδα του Κράτους
το φτερωτό Βελεστίνο
τον Adam τον εβραίο
και τον Smith το σκωτσέζο
τρία χάρτινα ναπολεόνια
δυο χρυσά λουδοβίκια
την αττική δραχμή
τους αδελφούς τού Μαρξ
ένα χρυσόδετο τετραβάγγελο
του εκ μητρός τρίτου θείου μου
ονόματι Avunculus Maximus
τις αναμονές των ταρατσών
μια μούλα χρυσοκάπουλη
ένα ζευγάρι γαλότσες
δέκα τόμους
από την Ιστορία της Ανθρωπότητος
και τα Άπαντα του Λέοντος Τολστόι

και το χειρότερο
δεν άφησαν ούτε μια λέξη αροκάνιστη
από τις εύφημες μνείες μου


απογραφή κενού
από την Επιστροφή στη Διζιλάνδη
© Βασίλης Πολύζος 2003-2004

Electra
the leggiest woman

εικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2012

Παρασκευή 10 Μαΐου 2013

ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ: Ο Μιχαήλ Μήτρας, η Κρεολή Σελήνη, το Florilegium Memoriae και το Δυσανάγνωστο Ποίημα!



Σεπτέμβρης 2010. Μόλις είχε κυκλοφορήσει η Κρεολή.
Παίρνω ένα γράμμα (χειρόγραφο, όπως το συνηθίζει)
 από τον Μιχάλη Μήτρα.
(Του είχα στείλει πριν από λίγες μέρες ένα αντίτυπο).
Ανοίγω το φάκελο. Διαβάζω το γράμμα.
Δυο καλά λόγια του Μιχάλη για το βιβλίο,
διαποτισμένα με το μοναδικό, φωτεινό  του χιούμορ.
Και μια προτίμησή του: «το ποίημα της σελ. 61»!
Δηλαδή η αφιέρωση
FLORILEGIUM MEMORIAE.

Στην πίσω σελίδα της επιστολής του ο Μιχάλης είχε
περιλάβει και ένα δικό του:
το ΔΥΣΑΝΑΓΝΩΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ.

Του τηλεφώνησα την ίδια μέρα. Του είπα ότι τα δυο
αυτά κείμενα είχαν πλέον συνδεθεί άρρηκτα!
και μια μέρα θα ήθελα να τα παρουσιάσω μαζί.
Και ιδού!






Μιχάλη φίλε μου.
Σπουδαίος ο λόγος σου.
Και ο ποιητικός
και ο καθημερινός.
Να είμαστε καλά, και να συνεχίζουμε!

από καρδιάς
Βασίλης
10.5.2013

Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

ποιήματα στο τραπέζι: SEAMUS HEANEY, Mid-Term Break







Mid-Term Break

I sat all morning in the college sick bay
Counting bells knelling classes to a close.
At two o'clock our neighbors drove me home.

In the porch I met my father crying--
He had always taken funerals in his stride--
And Big Jim Evans saying it was a hard blow.

The baby cooed and laughed and rocked the pram
When I came in, and I was embarrassed
By old men standing up to shake my hand

And tell me they were 'sorry for my trouble'.
Whispers informed strangers I was the eldest,
Away at school, as my mother held my hand

In hers and coughed out angry tearless sighs.
At ten o'clock the ambulance arrived
With the corpse, stanched and bandaged by the nurses.

Next morning I went up into the room. Snowdrops
And candles soothed the bedside; I saw him
For the first time in six weeks. Paler now,

Wearing a poppy bruise on his left temple,
He lay in the four foot box as in his cot.
No gaudy scars, the bumper knocked him clear.

A four foot box, a foot for every year.



Seamus Heaney
Mid-Term Break
from the collection
Death of a Naturalist
1966

.
empty
motherεικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2013

Δευτέρα 6 Μαΐου 2013

Ο μικρός Αϊ-Γιώργης του Μεσολογγιού




ΜΙΛΤΑΔΗΣ ΜΑΛΑΚΑΣΗΣ
O Τάκη-Πλούμας


Στα παιδικά μου χρόνια, ο πιο μεγάλος
αξάδερφός μου μ' έπαιρνε μαζί
στα πανηγύρια, που ήτανε, παρ' άλλος,
 πρώτος στην ομορφιά και στην ορμή.

 Τι ωραίος! Τον θυμούμαι, αστροβολούσε
καβάλα στο φαρί του, βυσσινιά
φέρμελη χρυσοκέντητη εφορούσε,
γιουρντάνια* από βενέτικα φλουριά.

 Του Καπετάν πασά φόραε την πάλα
και το χαρμπί του Μπότσαρη, και δυο,
στου σελαχιού του ανάμεσα τη σπάλα,
πιστόλια από τ' Αλή το θησαυρό.

 Φουστανελίτσα φόραε ζυγιασμένη
και κάλτσες και τσαρούχια φουντωτά,
 παραγγελιά απ' τα Γιάννενα φερμένη,
γαντζούδια πρεβεζάνικα, ασημιά.

 Έτσι σιαγμένος, κι έχοντας στον ώμο
 το καριοφίλι, χαίτη και λουριά
 στο χέρι του, ελαμπάδιζε το δρόμο,
χιμώντας απ' την Πύλη την πλατιά.

 Κ' εγώ, λίγο ξοπίσω του, όλο θάμπος,
 στο γλήγορο αλογάκι μου κι εγώ,
δυνόμουν ναν τον φτάνω, κι ήμουν σάμπως
 να 'χα φτερά, κορμάκι αερινό.

 Κι ως τρέχαμε, θυμάμαι, τα κλεισμένα
 στο τουνεζί φεσάκι του, σγουρά,
σκόρπια τριγύρα, φέγγανε, σαν ένα
γνεφάκι απ' αναμμένη αθημωνιά.

 Κι ως πύρωνεν ακόμα στη φευγάλα,
 τρικυμισμένος κι όλος μες στο φως,
 χρυσόχυτος μου εφάνταζε καβάλα,
 σαν τον Αϊ-Γιώργη, λίγο πιο μικρός...

 Ω! το λεβέντη του Μεσολογγιού μας,
τον ήλιο της αυγούλας μου ζωής!
Και να μετρώ, και να 'ναι, ο Τάκη-Πλούμας,
τριάντα τρία χρόνια μες στη γης...



Ο Τάκη-Πλούμας
από Τα Μεσολογγίτικα
του Μιλτιάδη Μαλακάση


μαλαματένιο φυλαχτό του Τάκη-Πλούμα
μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου
2007
 

Κυριακή 5 Μαΐου 2013

Μυρτώ





                ΜΥΡΤΩ

     άγουρα αστέρια φώλιαζαν
     στ’αγκάθια της βατομουριάς
     έστειλα τη Μυρτώ να τα μαζέψει

     τα ’φερε μες στη χούφτα της
     φυσώντας τα ελαφρά
     για να μη σβήσουν


ΜΥΡΤΩ

ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από την Κρεολή Σελήνη
εκδ. Απόπειρα 2010


ΜΥΡΤΩ πορτρέτο σε λάδι
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2011

Σάββατο 4 Μαΐου 2013

'Αγγελος Σικελιανός "...οι πληγές σαν ανεμώνες τους φάνταζαν..."







ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
Στ' Όσιου Λουκά το Mοναστήρι  

Στ' Όσιου Λουκά το μοναστήρι, απ' όσες
γυναίκες του Στειριού συμμαζευτήκαν
τον Eπιτάφιο να στολίσουν, κι όσες
μοιρολογήτρες ώσμε του Mεγάλου
Σαββάτου το ξημέρωμα αγρυπνήσαν,
ποια να στοχάστη - έτσι γλυκά θρηνούσαν! -
πως, κάτου απ' τους ανθούς, τ' ολόαχνο σμάλτο
του πεθαμένου του Άδωνη ήταν σάρκα
που πόνεσε βαθιά;
                        Γιατί κι ο πόνος
στα ρόδα μέσα, κι ο Eπιτάφιος Θρήνος,
κ' οι αναπνοές της άνοιξης που μπαίναν
απ' του ναού τη θύρα, αναφτερώναν
το νου τους στης Aνάστασης το θάμα,
και του Xριστού οι πληγές σαν ανεμώνες
τους φάνταζαν στα χέρια και στα πόδια,
τι πολλά τον σκεπάζανε λουλούδια
που έτσι τρανά, έτσι βαθιά ευωδούσαν!

Aλλά το βράδυ το ίδιο του Σαββάτου,
την ώρα π' απ' την Άγια Πύλη το ένα
κερί επροσάναψε όλα τ' άλλα ως κάτου,
κι απ' τ' Άγιο Bήμα σάμπως κύμα απλώθη
το φως ώσμε την ξώπορτα, όλοι κι όλες
ανατριχιάξαν π' άκουσαν στη μέση
απ' τα "Xριστός Aνέστη" μιαν αιφνίδια
φωνή να σκούξει: "Γιώργαινα, ο Bαγγέλης!"

Kαι να· ο λεβέντης του χωριού, ο Bαγγέλης,
των κοριτσιών το λάμπασμα, ο Bαγγέλης,
που τον λογιάζαν όλοι για χαμένο
στον πόλεμο· και στέκονταν ολόρτος
στης εκκλησιάς τη θύρα, με ποδάρι
ξύλινο, και δε διάβαινε τη θύρα
της εκκλησιάς, τι τον κοιτάζαν όλοι
με τα κεριά στο χέρι, τον κοιτάζαν,
το χορευτή που τράνταζε τ' αλώνι
του Στειριού, μια στην όψη, μια στο πόδι,
που ως να το κάρφωσε ήταν στο κατώφλι
της θύρας, και δεν έμπαινε πιο μέσα!...

Kαι τότε - μάρτυράς μου νά 'ναι ο στίχος,
ο απλός κι αληθινός ετούτος στίχος -
απ' το στασίδι πού 'μουνα στημένος
ξαντίκρισα τη μάνα, απ' το κεφάλι
πετώντας το μαντίλι, να χιμήξει
σκυφτή και ν' αγκαλιάσει το ποδάρι,
το ξύλινο ποδάρι του στρατιώτη,
- έτσι όπως το είδα ο στίχος μου το γράφει,
ο απλός κι αληθινός ετούτος στίχος -,
και να σύρει απ' τα βάθη της καρδιάς της
ένα σκούξιμο: "Mάτια μου… Bαγγέλη!"

Kι ακόμα, - μάρτυράς μου νά 'ναι ο στίχος,
ο απλός κι αληθινός ετούτος στίχος -,
ξοπίσωθέ της, όσες μαζευτήκαν
από το βράδυ της Mεγάλης Πέφτης,
νανουριστά, θαμπά για να θρηνήσουν
τον πεθαμένον Άδωνη, κρυμμένο
μες στα λουλούδια, τώρα να ξεσπάσουν
μαζί την αξεθύμαστη του τρόμου
κραυγή που, ως στο στασίδι μου κρατιόμουν,
ένας πέπλος μου σκέπασε τα μάτια!…



ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
Στ' Όσιου Λουκά το Μοναστήρι
Λυρικός Bίος, Τόμος Γ΄
Εκδ. ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
(αριθμημένη)
Απρίλιος 1947

οι πληγές σαν ανεμώνες
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2004

Παρασκευή 3 Μαΐου 2013

αγρυπνία / η Φρίντα και οι ψίθυροι του δάσους






…………………………………………..
μετά τη δεύτερη ειδοποίηση του ρολογιού
ανεβαίνουν τη σκάλα οι ψίθυροι του δάσους
κι η βροχή άλλων ημερών
τριποδίζει στην υδρορρόη
κρατώντας την ανάσα σου μετέωρη
μπροστά στους προβολείς
μέχρι ν’ ακούσεις τα βήματά σου
ν’ απομακρύνονται στο βάθος του τούνελ

την τελευταία στιγμή δεν πρόλαβες.
ο δρόμος πέρασε βιαστικά
απ’ την παιδική σου γειτονιά
τραβώντας προς άγνωστη κατεύθυνση
μ’ έναν μοναδικό επιβάτη
κοιμισμένο στο πίσω κάθισμα

είναι τόσο επικίνδυνο
να μελετάς μιαν άδεια πόλη
ώρα 2 π.μ.


αγρυπνία

(απόσπασμα)
ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από τη συλλογή Ηλιακό ποδήλατο
εκδ. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2003

Η Φρίντα και οι ψίθυροι του δάσους
μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου
2005

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

θυμούνται μόνο αυτά που άγγιξαν






bass beat

ας μη μιλάμε για χρυσάνθεμα
σ΄ αυτή την πόλη που τη ρήμαξε η βροχή
οι σκελετοί αραδιασμένοι στο πεζοδρόμιο
μου γνέφουν οτοστόπ
κόβουν στα δυο το φωτοστέφανο
των μπροστινών μου φαναριών

τι κι αν τους καταγγείλω
για ελλιπή οδοντοστοιχία
για ιστορίες που δεν είχαν μέλλον
το χαμόγελό τους πλατύ και αφιλοκερδές
τα χέρια τους θερισμένα απ΄ τον καρπό
θυμούνται μόνο αυτά που άγγιξαν


Βασίλης Πολύζος, bass beat
Ηλιακό ποδήλατο
ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2003

νηπενθή
μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου
2009

Τετάρτη 1 Μαΐου 2013

τροπάριο






τροπάριο

Τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα,
Τετάρτη πρωί συνήθως,
η Κασσιανή μαζεύει τους μικρούς στεναγμούς
που ξέμειναν στο μαξιλάρι της
και τους κλείνει σ’ έναν φάκελο χωρίς παραλήπτη.
Έπειτα διπλώνει τον ορίζοντα στα τέσσερα
και τον τοποθετεί στο κάδρο του,
ξεσκονίζει προσεχτικά το ουράνιο τόξο
―δώρο ξεχασμένης καταιγίδας―
και το ξαναβάζει στην τρίφυλλη ντουλάπα,
βγάζει απ’ το πλυντήριο τα όνειρα της νύχτας
και τ’ απλώνει στη βεράντα να στεγνώσουν,
συγυρίζει τις φτερούγες του βαλσαμωμένου Ερωτιδέα,
τέλος παίρνει να σιδερώσει τις ρυτίδες του καθρέφτη
στο σαλόνι.

Το δειλινό πυκνώνουν οι φωνές στους τοίχους,
στενεύει γύρω της το φως των κεριών.


Βασίλης Πολύζος, τροπάριο
από το βιβλίο Επίλογοι και άλλα Κεκραγάρια
εκδ. ΕΡΙΦΥΛΗ 1999


Κασσιανή
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου 2012