ΚΑΣΤΕΛΛΑ
στο μεταξύ τόσοι και τόσοι γράψανε τον πόνο
μ’ ένα σπαθί πάνω σ’ ανθρώπινα κορμιά
κι ας φύσαγε ο άνεμος έλεος έλεος έλεος
κι εσύ πηγαίνοντας με τον ηλεκτρικό στον Πειραιά
βάζεις στα διπλανά καθίσματα που έτυχε να είναι άδεια
τους οικείους νεκρούς σου για μια κουβεντούλα καθ’ οδόν
μαζί κι ένα αόρατο στεφάνι από μοβ και χρυσαφιά λουλούδια
αλλά και τι να πεις και τι να σου απαντήσουν
έχουν κι ετούτοι βαρεθεί τα χιλιοειπωμένα
γυρίζεις και διαβάζεις με τα μάτια αμίλητα
τις πολυκατοικίες με τις αταξίδευτες βεράντες
που μόλις και μετά βίας χωράν ένα περαστικό ρεμπέτικο
μα όπως και να το κάνουμε είναι ωραία η ζωή
φτάνει να ’χουμε την υγειά μας και χρόνια πετούμενα στο φως
θυμάσαι τώρα και τον τυχερό που κέρδισε πρωτοχρονιά
εκείνο το δυαράκι στο λαχείο συντακτών
κι έτσι βολεύτηκε ο καημένος οικογενειακώς
είναι καλό να βρίσκει η τύχη αυτόν που το ’χει ανάγκη
πάνε σου λεν οι μέρες που χαμογελούσαμε μα ο κόσμος
δεν άλλαξε και τ’ αγριόχορτα στο ξέφραγο το οικόπεδο
έχουνε να σου ψιθυρίσουν ένα θρόισμα μισοξεχασμένο
λες έτσι είναι η ζωή πάντοτε κάτι δίνεις κάτι παίρνεις
κάποτε θ’ ανασάνουμε μπορεί και μια απ’ αυτές τις μέρες
και πόσο χρονώ θα ’ταν τώρα η ξαδερφούλα η μικρή του Σπύρου
που ’παιζε με τα κύματα στο λιμανάκι της Καστέλλας
στο μεταξύ τόσοι και τόσοι γράψανε μ’ ένα σπαθί τον πόνο
πάνω σ’ ανθρώπινα κορμιά κι ας τραγουδούσε ο άνεμος
έλεος έλεος έλεος
ΚΑΣΤΕΛΛΑ
©Βασίλης Πολύζος 27.2.2016
Από το κομπολόι ποιημάτων «Τα Λαϊκά», 2015-2016.
στο μεταξύ τόσοι και τόσοι γράψανε τον πόνο
μ’ ένα σπαθί πάνω σ’ ανθρώπινα κορμιά
κι ας φύσαγε ο άνεμος έλεος έλεος έλεος
κι εσύ πηγαίνοντας με τον ηλεκτρικό στον Πειραιά
βάζεις στα διπλανά καθίσματα που έτυχε να είναι άδεια
τους οικείους νεκρούς σου για μια κουβεντούλα καθ’ οδόν
μαζί κι ένα αόρατο στεφάνι από μοβ και χρυσαφιά λουλούδια
αλλά και τι να πεις και τι να σου απαντήσουν
έχουν κι ετούτοι βαρεθεί τα χιλιοειπωμένα
γυρίζεις και διαβάζεις με τα μάτια αμίλητα
τις πολυκατοικίες με τις αταξίδευτες βεράντες
που μόλις και μετά βίας χωράν ένα περαστικό ρεμπέτικο
μα όπως και να το κάνουμε είναι ωραία η ζωή
φτάνει να ’χουμε την υγειά μας και χρόνια πετούμενα στο φως
θυμάσαι τώρα και τον τυχερό που κέρδισε πρωτοχρονιά
εκείνο το δυαράκι στο λαχείο συντακτών
κι έτσι βολεύτηκε ο καημένος οικογενειακώς
είναι καλό να βρίσκει η τύχη αυτόν που το ’χει ανάγκη
πάνε σου λεν οι μέρες που χαμογελούσαμε μα ο κόσμος
δεν άλλαξε και τ’ αγριόχορτα στο ξέφραγο το οικόπεδο
έχουνε να σου ψιθυρίσουν ένα θρόισμα μισοξεχασμένο
λες έτσι είναι η ζωή πάντοτε κάτι δίνεις κάτι παίρνεις
κάποτε θ’ ανασάνουμε μπορεί και μια απ’ αυτές τις μέρες
και πόσο χρονώ θα ’ταν τώρα η ξαδερφούλα η μικρή του Σπύρου
που ’παιζε με τα κύματα στο λιμανάκι της Καστέλλας
στο μεταξύ τόσοι και τόσοι γράψανε μ’ ένα σπαθί τον πόνο
πάνω σ’ ανθρώπινα κορμιά κι ας τραγουδούσε ο άνεμος
έλεος έλεος έλεος
ΚΑΣΤΕΛΛΑ
©Βασίλης Πολύζος 27.2.2016
Από το κομπολόι ποιημάτων «Τα Λαϊκά», 2015-2016.