Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013
Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2013
Από τις μέρες μου στο Δίαυλο 10 (1987-1988) - ΜΙΚΡΟΚΥΜΑΤΑ (2): Οι "Διαφημίσεις"
Από τις μέρες μου στο Δίαυλο 10
Μαγνητοφωνημένα Αποσπάσματα από
τα ΜΙΚΡΟΚΥΜΑΤΑ του Βασίλη Πολύζου
στο Ρ/Σ «ΔΙΑΥΛΟΣ 10» (1987-1988)
Ενημερωτικά:
Με το ραδιοφωνικό σταθμό ΔΙΑΥΛΟΣ 10 συνεργάστηκα
από την έναρξη της λειτουργίας του (Δεκέμβρης 1987)
και για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στον πολιτιστικό
τομέα.
Μετά από σχετική πρότασή μου στη Διεύθυνση του Ρ/Σ
ανέλαβα να κάνω τρεις βδομαδιάτικες εκπομπές
(Πρόσωπα και Ντοκουμέντα, Το Βιβλίο στο Τραπέζι,
Μικροκύματα).
Τα Μικροκύματα τα είχα σχεδιάσει και τα υλοποίησα
ως ένα ωριαίο ραδιοφωνικό μαγκαζίνο με περιεχόμενο
λόγου (ποίηση, μικρά σκετς, κοινωνικοπολιτική σάτιρα)
και μουσικής. Η εκπομπή μεταδιδόταν κάθε Κυριακή.
Τα κείμενα στην εκπομπή αυτή διάβαζαν οι ηθοποιοί
Γιάννης Λαμπρόπουλος και Μαρία Δημητρούκα.
Σε μερικές από τις εκπομπές είχε πάρει επίσης
μέρος και ο ηθοποιός Δημήτρης Παπακωνσταντίνου.
Να μην παραλείψω να αναφέρω ακόμη την πολύτιμη
κατα περίπτωση φιλική συνδρομή (όχι μονο στα
ΜΙΚΡΟΚΥΜΑΤΑ, αλλά και στα υπόλοιπα θέματα)
της Κατερίνας Καμηλάκη, της Σοφίας Σφυρόερα,
του Μηνά Ταταλίδη, του Κώστα Φωτόπουλου.
Τέλος, να σημειώσω ότι για το μοντάζ της εκπομπής
συνεργάστηκα αρχικά με τον Φραγκίσκο (μου διαφεύγει το
επώνυμο, είχε στούντιο στην αρχή της Ιπποκράτους
μπαίνοντας από Αλεξάνδρας) και αργότερα με τον
Βαγγέλη Πιτσιλαδή.
Στις αναρτήσεις με τίτλο ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ/ Από τις μέρες μου
στο Δίαυλο 10 θα παρουσιάζω (εδώ ή και στο μπλογκ
ΔΙΖΙΛΑΝΔΗ) χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τα
ΜΙΚΡΟΚΥΜΑΤΑ. (Δείτε και την προηγούμενη σχετική
ανάρτηση σε τούτο το μπλογκ, 4 Νοεμβρίου 2013).
Ένα μόνιμο στοιχείο του σχεδιασμού, ήταν και τα
«ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ", χιουμοριστικά σποτάκια
με σατιρική διάθεση που εναλλάσσονταν ομαδοποιημένα
στη ροή κάθε εκπομπής, παίρνοντας αρκετές φορές αφορμή
από διαφημίσεις που κυκλοφορούσαν κατά κόρον (και βάλε!)
στα ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά κανάλια, πληγώνοντας
και τα αυτιά και την αισθητική του αποδέκτη.
Ένα δείγμα από τα «ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ»
των ΜΙΚΡΟΚΥΜΑΤΩΝ παρουσιάζω εδώ σήμερα.
(VIDEO).
Και τώρα...
τα Διαφημιστικά μας Μηνύματα
Κείμενα, ραδιοσκηνοθεσία,
μουσικές επιλογές:
Βασίλης Πολύζος
Διαβάζουν οι ηθοποιοί:
«αν έχεις μέσο...»
Γιάννης Λαμπρόπουλος
Δημήτρης Παπακωνσταντίνου
«τι εφερε ο Ιππότης...;»
Μαρία Δημητρούκα
Δημήτρης Παπακωνσταντίνου
«χτίσ’ το μόνος σου...»
Γιάννης Λαμπρόπουλος
«τι συνιστά η Ορνέλα Μούτι...;»
Γιάννης Λαμπρόπουλος
Μαρία Δημητρούκα
«είναι το δικό μας νέφος...»
Γιάννης Λαμπρόπουλος
Μαρία Δημητρούκα
«χωρίς Α.Τ.Α. ...;»
Μαρία Δημητρούκα
Γιάννης Λαμπρόπουλος
«κι εσείς, από παπαγάλο...;»
Γάννης Λαμπρόπουλος
Μαρία Δημητρούκα
«γίνε και συ επώνυμος...»
Δημήτρης Παπακωνσταντίνου
Βασίλης Πολύζος
27 του Νοέμβρη 2013
εικόνα:
αν έχεις μέσο διάβαινε
ένα σκίτσο του Βασίλη Πολύζου 2013
Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013
Γιώργος Σεφέρης: Νιζίνσκι vs Evgeni Plushenko in Tribute to Nijinsky
ΝΙΖΙΝΣΚΙ
Παρουσιάστηκε καθώς κοίταζα στο
τζάκι μου τ' αναμμένα
κάρβουνα. Κρατούσε στα χέρια ένα μεγάλο κουτί κόκκινα
σπίρτα. Μου το 'δειξε σαν τους ταχυδακτυλουργούς που
βγάζουν από τη μύτη του διπλανού μας ένα αβγό. Τράβηξε
ένα σπίρτο, έβαλε φωτιά στο κουτί, χάθηκε πίσω από μια
πελώρια φλόγα, κι ύστερα στάθηκε μπροστά μου. Θυμάμαι
το βυσσινί του χαμόγελο και τα γυαλένια του μάτια.
Ένα οργανέτο στο δρόμο χτυπούσε ολοένα την ίδια νότα.
Δεν ξέρω να πω τι φορούσε. Μ' έκανε να συλλογίζομαι
επίμονα ένα πορφυρό κυπαρίσσι. Σιγά σιγά τα χέρια του
άρχισαν να ξεχωρίζουν από το τεντωμένο του κορμί σε
σταυρό. Από πού μαζεύτηκαν τόσα πουλιά; Θα 'λεγες
πως τα είχε κρυμμένα κάτω από τις φτερούγες του. Πετούσαν
αδέξια, παλαβά, με ορμή -χτυπούσαν πάνω στους τοίχους
της στενής κάμαρας, πάνω στα τζάμια, και στρώνανε
το πάτωμα σα χτυπημένα. Ένιωθα στα πόδια ένα
ζεστό στρώμα από πούπουλα και σφυγμούς να φουσκώνει.
Τον κοίταζα με μια παράξενη θέρμη που κυρίευε το κορμί
μου σαν κυκλοφορία. Όταν τέλειωσε να υψώνει τα χέρια,
όταν οι παλάμες του άγγιξαν η μια την άλλη, έκανε ένα
ξαφνικό πήδημα, σα να είχε σπάσει το ελατήριο του
ρολογιού μπροστά μου. Χτύπησε στο ταβάνι που ήχησε
μονοκόμματα μ' έναν ήχο κυμβάλου, τέντωσε το δεξί του χέρι,
έπιασε το σύρμα της λάμπας, κουνήθηκε λιγάκι, αφέθηκε,
κι άρχισε να γράφει μέσα στο σκοτεινό φως, με το κορμί
του τον αριθμό 8. Το θέαμα αυτό με ζάλισε και σκέπασα
με τα δυο μου χέρια το πρόσωπό μου. Έσφιγγα το σκοτάδι
πάνω στα βλέφαρά μου, ακούγοντας το οργανέτο που
εξακολουθούσε ακόμη στην ίδια νότα κι έπειτα σταμάτησε
απότομα. Ένας ξαφνικός αέρας με χτύπησε, παγωμένος.
Ένιωσα τα πόδια μου ξυλιασμένα. Άκουσα ακόμη ένα
χαμηλό και βελουδένιο ήχο φλογέρας, κι αμέσως έπειτα,
ένα στρωτό και παχύ πλατάγισμα. ΄Ανοιξα τα μάτια. Τον
είδα πάλι να πατά με τα νύχια σε μια κρουσταλλλένια σφαίρα,
στη μέση της κάμαρας, κρατώντας στο στόμα ένα αλλόκοτο
πράσινο σουραύλι, που το κυβερνούσαν τα δάχτυλά του,
σα να ήταν εφτά χιλιάδες. Τα πουλιά τώρα ξανα-
ζωντάνευαν με μια εξωφρενική τάξη, υψωνόντουσαν,
σμίγανε, σχηματίζανε μια χοντρή συνοδεία που θα
μπορούσες να την αγκαλιάσεις, και βγαίναν προς τη νύχτα,
από το παράθυρο που δεν ξέρω πως, βρέθηκε ανοιχτό.
Όταν δεν απόμεινε πια ούτε μισή φτερούγα, εκτός από
μια πνιγερή μυρωδιά κυνηγιού, αποφάσισα να τον
κοιτάξω κατά πρόσωπο. Πρόσωπο δεν υπήρχε- πάνω από
το πορφυρό κορμί, θα 'λεγες ακέφαλο, καμάρωνε μια μαλα-
ματένια προσωπίδα, από εκείνες που βρέθηκαν στους
μυκηναϊκούς τάφους, μ' ένα μυτερό γένι που άγγιζε την
τραχηλιά. Προσπάθησα να σηκωθώ. Δεν είχα κάνει την
πρώτη κίνηση, κι ένας κατακλυσμιαίος ήχος, σαν να είχαν
σωριαστεί μια στοίβα τάσια σε νεκρώσιμο εμβατήριο με
κάρφωσε στη θέση μου. Ήταν η προσωπίδα. Το πρόσωπό
του φανερώθηκε πάλι, όπως το είδα στην αρχή, τα μάτια,
το χαμόγελο και κάτι που τώρα παρατηρούσα για πρώτη
φορά: το λευκό δέρμα τεντωμένο από δυο κατάμαυρα
τσουλούφια που το δάγκωναν μπροστά στ' αυτά.
Δοκίμασε να πηδήξει, μα δεν είχε πια την ευκινησία του
την πρώτη. Θαρρώ μάλιστα πως σκόνταψε σ' ένα βιβλίο
πεσμένο κατά τύχη και γονάτισε με το ένα γόνατο.
Μπορούσα τώρα να τον κοιτάξω με προσοχή. Έβλεπα τους
πόρους στο δέρμα του να βγάζουν ψιλές στάλες ιδρώτα. Κάτι
σα λαχάνιασμα με βάραινε. Προσπάθησα να εξηγήσω
γιατί τα μάτια του μου είχαν φανεί τόσο περίεργα.
Τα 'κλεισε. ΄Εκανε να σηκωθεί, μα θα είταν τρομερά δύσκολο,
γιατί φαινόταν ν' αγωνίζεται να μαζέψει όλη του τη
δύναμη, χωρίς να μπορεί να καταφέρει τίποτε. Απεναντίας
γονάτισε και με το άλλο γόνατο. Έβλεπα το άσπρο δέρμα
τρομερά χλωμό. προς ένα κίτρινο φιλντισί, και τα μαύρα
μαλλιά σα πεθαμένα. Μολονότι βρισκόμουνα μπροστά
σε μιά αγωνία, είχα το συναίσθημα πως είμουν καλύτερα,
πως είχα κάτι νικήσει.
Δεν πρόφταξα να ανασάνω και τον είδα, ολότελα
πεσμένο χάμω, να βυθίζεται μέσα σε μια πράσινη παγόδα
που είναι ζωγραφισμένη πάνω στο χαλί μου.
Γιώργος Σεφέρης
Νιζίνσκι
από το Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937)
πηγή: ΠΟΙΗΜΑΤΑ εκδ. ΙΚΑΡΟΣ (18η έκδοση)
Evgeni Plushenko
dancing on ice
Tribute to Vaslav Nijinsky
violin: Edvin Marton
κάρβουνα. Κρατούσε στα χέρια ένα μεγάλο κουτί κόκκινα
σπίρτα. Μου το 'δειξε σαν τους ταχυδακτυλουργούς που
βγάζουν από τη μύτη του διπλανού μας ένα αβγό. Τράβηξε
ένα σπίρτο, έβαλε φωτιά στο κουτί, χάθηκε πίσω από μια
πελώρια φλόγα, κι ύστερα στάθηκε μπροστά μου. Θυμάμαι
το βυσσινί του χαμόγελο και τα γυαλένια του μάτια.
Ένα οργανέτο στο δρόμο χτυπούσε ολοένα την ίδια νότα.
Δεν ξέρω να πω τι φορούσε. Μ' έκανε να συλλογίζομαι
επίμονα ένα πορφυρό κυπαρίσσι. Σιγά σιγά τα χέρια του
άρχισαν να ξεχωρίζουν από το τεντωμένο του κορμί σε
σταυρό. Από πού μαζεύτηκαν τόσα πουλιά; Θα 'λεγες
πως τα είχε κρυμμένα κάτω από τις φτερούγες του. Πετούσαν
αδέξια, παλαβά, με ορμή -χτυπούσαν πάνω στους τοίχους
της στενής κάμαρας, πάνω στα τζάμια, και στρώνανε
το πάτωμα σα χτυπημένα. Ένιωθα στα πόδια ένα
ζεστό στρώμα από πούπουλα και σφυγμούς να φουσκώνει.
Τον κοίταζα με μια παράξενη θέρμη που κυρίευε το κορμί
μου σαν κυκλοφορία. Όταν τέλειωσε να υψώνει τα χέρια,
όταν οι παλάμες του άγγιξαν η μια την άλλη, έκανε ένα
ξαφνικό πήδημα, σα να είχε σπάσει το ελατήριο του
ρολογιού μπροστά μου. Χτύπησε στο ταβάνι που ήχησε
μονοκόμματα μ' έναν ήχο κυμβάλου, τέντωσε το δεξί του χέρι,
έπιασε το σύρμα της λάμπας, κουνήθηκε λιγάκι, αφέθηκε,
κι άρχισε να γράφει μέσα στο σκοτεινό φως, με το κορμί
του τον αριθμό 8. Το θέαμα αυτό με ζάλισε και σκέπασα
με τα δυο μου χέρια το πρόσωπό μου. Έσφιγγα το σκοτάδι
πάνω στα βλέφαρά μου, ακούγοντας το οργανέτο που
εξακολουθούσε ακόμη στην ίδια νότα κι έπειτα σταμάτησε
απότομα. Ένας ξαφνικός αέρας με χτύπησε, παγωμένος.
Ένιωσα τα πόδια μου ξυλιασμένα. Άκουσα ακόμη ένα
χαμηλό και βελουδένιο ήχο φλογέρας, κι αμέσως έπειτα,
ένα στρωτό και παχύ πλατάγισμα. ΄Ανοιξα τα μάτια. Τον
είδα πάλι να πατά με τα νύχια σε μια κρουσταλλλένια σφαίρα,
στη μέση της κάμαρας, κρατώντας στο στόμα ένα αλλόκοτο
πράσινο σουραύλι, που το κυβερνούσαν τα δάχτυλά του,
σα να ήταν εφτά χιλιάδες. Τα πουλιά τώρα ξανα-
ζωντάνευαν με μια εξωφρενική τάξη, υψωνόντουσαν,
σμίγανε, σχηματίζανε μια χοντρή συνοδεία που θα
μπορούσες να την αγκαλιάσεις, και βγαίναν προς τη νύχτα,
από το παράθυρο που δεν ξέρω πως, βρέθηκε ανοιχτό.
Όταν δεν απόμεινε πια ούτε μισή φτερούγα, εκτός από
μια πνιγερή μυρωδιά κυνηγιού, αποφάσισα να τον
κοιτάξω κατά πρόσωπο. Πρόσωπο δεν υπήρχε- πάνω από
το πορφυρό κορμί, θα 'λεγες ακέφαλο, καμάρωνε μια μαλα-
ματένια προσωπίδα, από εκείνες που βρέθηκαν στους
μυκηναϊκούς τάφους, μ' ένα μυτερό γένι που άγγιζε την
τραχηλιά. Προσπάθησα να σηκωθώ. Δεν είχα κάνει την
πρώτη κίνηση, κι ένας κατακλυσμιαίος ήχος, σαν να είχαν
σωριαστεί μια στοίβα τάσια σε νεκρώσιμο εμβατήριο με
κάρφωσε στη θέση μου. Ήταν η προσωπίδα. Το πρόσωπό
του φανερώθηκε πάλι, όπως το είδα στην αρχή, τα μάτια,
το χαμόγελο και κάτι που τώρα παρατηρούσα για πρώτη
φορά: το λευκό δέρμα τεντωμένο από δυο κατάμαυρα
τσουλούφια που το δάγκωναν μπροστά στ' αυτά.
Δοκίμασε να πηδήξει, μα δεν είχε πια την ευκινησία του
την πρώτη. Θαρρώ μάλιστα πως σκόνταψε σ' ένα βιβλίο
πεσμένο κατά τύχη και γονάτισε με το ένα γόνατο.
Μπορούσα τώρα να τον κοιτάξω με προσοχή. Έβλεπα τους
πόρους στο δέρμα του να βγάζουν ψιλές στάλες ιδρώτα. Κάτι
σα λαχάνιασμα με βάραινε. Προσπάθησα να εξηγήσω
γιατί τα μάτια του μου είχαν φανεί τόσο περίεργα.
Τα 'κλεισε. ΄Εκανε να σηκωθεί, μα θα είταν τρομερά δύσκολο,
γιατί φαινόταν ν' αγωνίζεται να μαζέψει όλη του τη
δύναμη, χωρίς να μπορεί να καταφέρει τίποτε. Απεναντίας
γονάτισε και με το άλλο γόνατο. Έβλεπα το άσπρο δέρμα
τρομερά χλωμό. προς ένα κίτρινο φιλντισί, και τα μαύρα
μαλλιά σα πεθαμένα. Μολονότι βρισκόμουνα μπροστά
σε μιά αγωνία, είχα το συναίσθημα πως είμουν καλύτερα,
πως είχα κάτι νικήσει.
Δεν πρόφταξα να ανασάνω και τον είδα, ολότελα
πεσμένο χάμω, να βυθίζεται μέσα σε μια πράσινη παγόδα
που είναι ζωγραφισμένη πάνω στο χαλί μου.
Γιώργος Σεφέρης
Νιζίνσκι
από το Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937)
πηγή: ΠΟΙΗΜΑΤΑ εκδ. ΙΚΑΡΟΣ (18η έκδοση)
Evgeni Plushenko
dancing on ice
Tribute to Vaslav Nijinsky
violin: Edvin Marton
Ετικέτες
αφιερώσεις,
ιερά τέρατα,
cultural events
Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2013
Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2013
Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2013
The Grass is Always Singing for Doris / a requiem
Doris Lessing
Fable
“When I look back I seem to remember singing.
Yet it was always silent in that long warm room.
Yet it was always silent in that long warm room.
Impenetrable , those walls , we thought,
Dark with ancient shields. The light
Shone on the head of a girl or young limbs
Spread carelessly. And the low voices
Rose in the silence and were lost as in water.
Dark with ancient shields. The light
Shone on the head of a girl or young limbs
Spread carelessly. And the low voices
Rose in the silence and were lost as in water.
Yet, for all it was quiet and warm as a hand,
If one of us drew the curtains
A threaded rain blew carelessly outside.
Sometimes a wind crept, swaying the flames,
And set shadows crouching on the walls,
Or a wolf howled in the wide night outside,
And feeling our flesh chilled we drew together.
If one of us drew the curtains
A threaded rain blew carelessly outside.
Sometimes a wind crept, swaying the flames,
And set shadows crouching on the walls,
Or a wolf howled in the wide night outside,
And feeling our flesh chilled we drew together.
But for a while the dance went on -
That is how it seems to me now:
Slow forms moving calm through
Pools of light like gold net on the floor.
It might have gone on, dream-like, for ever.
That is how it seems to me now:
Slow forms moving calm through
Pools of light like gold net on the floor.
It might have gone on, dream-like, for ever.
But between one year and the next – a new wind blew ?
The rain rotted the walls at last ?
Wolves’ snouts came thrusting at the fallen beams ?
The rain rotted the walls at last ?
Wolves’ snouts came thrusting at the fallen beams ?
It is so long ago.
But sometimes I remember the curtained room
And hear the far-off youthful voices singing.”
But sometimes I remember the curtained room
And hear the far-off youthful voices singing.”
Doris Lessing
Fourteen Poems
Scorpion Press 1959
Fourteen Poems
Scorpion Press 1959
Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013
Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013
ως εγνώσθη κατά την νεκροψίαν / Emil posing as Sherlock Holmes
ως εγνώσθη
στο δρόμο
ανάμεσα σ’ ασβεστωμένους τοίχους
με λουλακί παράθυρα
κάτω από φως βραδείας καύσεως
χωρίς περιττές σκιάσεις
φάνηκαν τα πήλινα σώματα
τα πήλινα χέρια
χλεύη κεραμέως
κάποιος με ψαθάκι μεσοπολέμου
ροζ επιστήθιο μαντίλι
και λοιπά παραφερνάλια
γλίστρησε στο πεζοδρόμιο
πατώντας πάνω σε βρεγμένον ήλιο
ως εγνώσθη βραδύτερον
κατά την νεκροψίαν
εξ ακριτομυθιών
αλλά και εκ του τρόπου συνδέσεως
του μύστακος μετα του υπογενείου του
αυτός δεν ήτο ρώσος
ήτο πρώσος
ως εγνώσθη
© Βασίλης Πολύζος 18.3.2006
από τα «ποιήματα στο συρτάρι»
Emil posing as Sherlock Holmes
μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου
2013
στο δρόμο
ανάμεσα σ’ ασβεστωμένους τοίχους
με λουλακί παράθυρα
κάτω από φως βραδείας καύσεως
χωρίς περιττές σκιάσεις
φάνηκαν τα πήλινα σώματα
τα πήλινα χέρια
χλεύη κεραμέως
κάποιος με ψαθάκι μεσοπολέμου
ροζ επιστήθιο μαντίλι
και λοιπά παραφερνάλια
γλίστρησε στο πεζοδρόμιο
πατώντας πάνω σε βρεγμένον ήλιο
ως εγνώσθη βραδύτερον
κατά την νεκροψίαν
εξ ακριτομυθιών
αλλά και εκ του τρόπου συνδέσεως
του μύστακος μετα του υπογενείου του
αυτός δεν ήτο ρώσος
ήτο πρώσος
ως εγνώσθη
© Βασίλης Πολύζος 18.3.2006
από τα «ποιήματα στο συρτάρι»
Emil posing as Sherlock Holmes
μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου
2013
Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013
Emil's Surreal World / σπαράγματα
Βασίλης Πολύζος
σπαράγματα
ο πατέρας μου ήταν ποιητής
ομολόγησε ανακρινόμενος ο Αντρέι Ταρκόφσκι
χελιδόνια ψαλίδιζαν τον ουρανό μου
έρχονται
μακρινές φωνές
είναι τα κορίτσια της ροζ πλατείας
οι μικρές τυμπανίστριες
βαδίζουν σε δυο ατέρμονες σειρές
κρατάνε στην κοιλιά τους έμβρυα
χρωματιστά με βάμμα ιωδίου
είναι τα κορίτσια της ροζ πλατείας
οι μικρές τυμπανίστριες
βαδίζουν σε δυο ατέρμονες σειρές
κρατάνε στην κοιλιά τους έμβρυα
χρωματιστά με βάμμα ιωδίου
έρχονται
φωνές
με νοσταλγία πεύκου
με χρώματα βαθιάς θαλάσσης
με νοσταλγία πεύκου
με χρώματα βαθιάς θαλάσσης
στο
λιμάνι φορτώνουν σε παλέτες
σαπούνι Μασσαλίας
την όλη διαδικασία επιβλέπει
Αιμίλιος ο Εκτελωνιστής
πλήρης διασαφήσεων
κινείται κατά μήκος δύο Λισαβώνων
κι ενός Λονδίνου
και κάθε Τρίτη
Ρώμη-Μαδρίτη
σαπούνι Μασσαλίας
την όλη διαδικασία επιβλέπει
Αιμίλιος ο Εκτελωνιστής
πλήρης διασαφήσεων
κινείται κατά μήκος δύο Λισαβώνων
κι ενός Λονδίνου
και κάθε Τρίτη
Ρώμη-Μαδρίτη
έρχονται
φωνές γεμάτες στάχτη
αν ζήσουν τα ορφανά ως το καλοκαίρι
θα τα φιλοξενήσουμε στην κατασκήνωση
τι καλά τι καλά
στ’ αρχαία Τρίκαλα
αν ζήσουν τα ορφανά ως το καλοκαίρι
θα τα φιλοξενήσουμε στην κατασκήνωση
τι καλά τι καλά
στ’ αρχαία Τρίκαλα
έρχονται
κραυγές
ο
πατέρας μου
ομολόγησε ανακρινόμενη η δεσποινίς Συλβία Πλαθ
ήταν ο κυρ Διαμαντής λαϊκός φωτογράφος και φιλοναζί
χρημάτισε επίσης σαρωθροποιός και νεωκόρος
-και στά στερνά του κηροπλάστης-
χάθηκε μέσα σ’ ένα ξύλινο κουτί γεμάτο μέλισσες
ομολόγησε ανακρινόμενη η δεσποινίς Συλβία Πλαθ
ήταν ο κυρ Διαμαντής λαϊκός φωτογράφος και φιλοναζί
χρημάτισε επίσης σαρωθροποιός και νεωκόρος
-και στά στερνά του κηροπλάστης-
χάθηκε μέσα σ’ ένα ξύλινο κουτί γεμάτο μέλισσες
Βασίλης Πολύζος
σπαράγματα
ένα ποίημα από το βιβλίο
μια δεύτερη ανάγνωση του ποιητή Κ*
και άλλα αμφίδρομα
εκδ. ΑΠΟΠΕΙΡΑ 2008
SOLARIS/Icon by Emilius Rubliov
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου 2013
Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013
ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ: Από τις μέρες μου στο Δίαυλο 10 (1987-1988) - ΜΙΚΡΟΚΥΜΑΤΑ (1)
Από τις μέρες μου στο Δίαυλο 10
Μαγνητοφωνημένα Αποσπάσματα από
τα ΜΙΚΡΟΚΥΜΑΤΑ του Βασίλη Πολύζου
στο Ρ/Σ «ΔΙΑΥΛΟΣ 10» (1987-1988)
Ενημερωτικά:
Με το ραδιοφωνικό σταθμό ΔΙΑΥΛΟΣ 10 συνεργάστηκα
από την έναρξη της λειτουργίας του (Δεκέμβρης 1987)
και για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στον πολιτιστικό
τομέα.
Μετά από σχετική πρότασή μου στη Διεύθυνση του Ρ/Σ
ανέλαβα να κάνω τρεις βδομαδιάτικες εκπομπές
(Πρόσωπα και Ντοκουμέντα, Το Βιβλίο στο Τραπέζι,
Μικροκύματα).
Τα Μικροκύματα τα είχα σχεδιάσει και τα υλοποίησα
ως ένα ωριαίο ραδιοφωνικό μαγκαζίνο με περιεχόμενο
λόγου (ποίηση, μικρά σκετς, κοινωνικοπολιτική σάτιρα)
και μουσικής. Η εκπομπή μεταδιδόταν κάθε Κυριακή.
Τα κείμενα στην εκπομπή αυτή διάβαζαν οι ηθοποιοί
Γιάννης Λαμπρόπουλος και Μαρία Δημητρούκα.
Σε μερικές από τις εκπομπές είχε πάρει επίσης
μέρος και ο ηθοποιός Δημήτρης Παπακωνσταντίνου.
Να μην παραλείψω να αναφέρω ακόμη την πολύτιμη
κατα περίπτωση φιλική συνδρομή (όχι μονο στα
ΜΙΚΡΟΚΥΜΑΤΑ, αλλά και στα υπόλοιπα θέματα)
της Κατερίνας Καμηλάκη, της Σοφίας Σφυρόερα,
του Μηνά Ταταλίδη, του Κώστα Φωτόπουλου.
Τέλος, να σημειώσω ότι για το μοντάζ της εκπομπής
συνεργάστηκα αρχικά με τον Φραγκίσκο και
αργότερα με τον Βαγγέλη Πιτσιλαδή.
Στις αναρτήσεις με τίτλο ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ/ Από τις μέρες μου
στο Δίαυλο 10 θα παρουσιάσω (εδώ ή και στο μπλογκ
ΔΙΖΙΛΑΝΔΗ) χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τα
ΜΙΚΡΟΚΥΜΑΤΑ.
Η σημερινή ανάρτηση περιλαμβάνει το σκετς:
Συνεντεύξεις
Κείμενα και ραδιοσκηνοθεσία:
Βασίλης Πολύζος
Στίχοι και μουσική σύνθεση «σου αλλάξανε τα βάρδουλα»:
Βασίλης Πολύζος
Δημοσιογράφος: Μαρία Δημητρούκα
Μίστος, λαϊκός συνθέτης: Γιάννης Λαμπρόπουλος
Τραγουδάει «σου αλλάξανε τα βάρδουλα»:
η Μαρία Δημητρούκα
Φιλάκια!
Βασίλης Πολύζος
4 του Νοέμβρη 2013
Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013
χιτζασκιάρ
cobalt blue
Τη νύχτα η πόλη είναι αλλιώτικη
οι σκυφτοί φανοστάτες διαβάζουν εμβριθώς
το DNA των εντόμων
μικροί μινώταυροι αλυχτάν κατά το φεγγάρι
κι η Αφροδίτη ξέστηθη στο σταυροδρόμι
φωνάζει Ρούντι, Ρούντι, μήπως είδατε το Ρούντι
ο καρπός της κοιλίας μου ταξιδεύει incognito
στο υποθαλάσσιο φως μέσα σε σφραγισμένη γυάλα.
Ώρα μία και κάτι, κρέμονται τσαμπιά οι πεταλούδες
στην κλειστή πόρτα του φαρμακείου
come, Mr. Tallyman, tally me banana
σε λίγο πέφτει ομίχλη, θα φανεί η άμαξα
ζεμένη τρία αλλόφρονα άλογα, χωρίς αμαξηλάτη
νά γράφει κύκλους στο λιθόστρωτο της κεντρικής πλατείας
στο πίσω κάθισμα, στα μπλε βελούδα, κάτωχρη η Ινφάντα
έχασα, κλαψουρίζει, το ανεχτίμητο ζαφείρι μου
ξάπλωσα στα τριαντάφυλλα εντελώς ανυποψίαστη
φορώντας μόνο τις γαλάζιες καλτσοδέτες μου
και μια σταγόνα μύρο απ’ τη Φοινίκη.
Κλεισμένος στο εργαστήρι του ο Amadeus
παίζει στο πιάνο ένα φιαλίδιο κοκαΐνη
κατά τον τρόπο χιτζασκιάρ.
cobalt blue
ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από τη συλλογή DIZZILAND
ΕΡΙΦΥΛΗ 2001
cobalt blue
μετείκασμα του Βασίλη Πολύζου
2013
Τη νύχτα η πόλη είναι αλλιώτικη
οι σκυφτοί φανοστάτες διαβάζουν εμβριθώς
το DNA των εντόμων
μικροί μινώταυροι αλυχτάν κατά το φεγγάρι
κι η Αφροδίτη ξέστηθη στο σταυροδρόμι
φωνάζει Ρούντι, Ρούντι, μήπως είδατε το Ρούντι
ο καρπός της κοιλίας μου ταξιδεύει incognito
στο υποθαλάσσιο φως μέσα σε σφραγισμένη γυάλα.
Ώρα μία και κάτι, κρέμονται τσαμπιά οι πεταλούδες
στην κλειστή πόρτα του φαρμακείου
come, Mr. Tallyman, tally me banana
σε λίγο πέφτει ομίχλη, θα φανεί η άμαξα
ζεμένη τρία αλλόφρονα άλογα, χωρίς αμαξηλάτη
νά γράφει κύκλους στο λιθόστρωτο της κεντρικής πλατείας
στο πίσω κάθισμα, στα μπλε βελούδα, κάτωχρη η Ινφάντα
έχασα, κλαψουρίζει, το ανεχτίμητο ζαφείρι μου
ξάπλωσα στα τριαντάφυλλα εντελώς ανυποψίαστη
φορώντας μόνο τις γαλάζιες καλτσοδέτες μου
και μια σταγόνα μύρο απ’ τη Φοινίκη.
Κλεισμένος στο εργαστήρι του ο Amadeus
παίζει στο πιάνο ένα φιαλίδιο κοκαΐνη
κατά τον τρόπο χιτζασκιάρ.
cobalt blue
ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από τη συλλογή DIZZILAND
ΕΡΙΦΥΛΗ 2001
cobalt blue
μετείκασμα του Βασίλη Πολύζου
2013
Ετικέτες
μετεικάσματα του Βασίλη Πολύζου,
carmina,
DIZZILAND
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)