Κυριακή 30 Ιουνίου 2013
Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013
Ξεφυλλίζοντας το Χρόνο και τα Χαρτιά (1) / πνευματική ιδιοκτησία
Συνέντευξη στο περιοδικό Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ VIDEO
Φλεβάρης 1986, δημοσιογράφος κα Βασιλοπούλου,
με θέμα την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας
Φλεβάρης 1986, δημοσιογράφος κα Βασιλοπούλου,
με θέμα την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας
και με αφορμή την διαμάχη που είχε προκύψει
ανάμεσα στην ΕΡΤ και τον Αλέκο Σακελλάριο
σχετικά με την εμπορική εκμετάλλευση των έργων του.
σημ.: οι ένθετες φωτο. είναι από τη συνέντευξη
στο γραφείο μου
σχετικά με την εμπορική εκμετάλλευση των έργων του.
σημ.: οι ένθετες φωτο. είναι από τη συνέντευξη
στο γραφείο μου
Τρίτη 25 Ιουνίου 2013
αναμνήσεις προκάτ άνοιξης / das Schiff mit fünfzig Kanonen
εγώ ειμί η οδός
του Βασίλη Πολύζου
und das Schiff mit acht Segeln
und mit fünfzig Kanonen
wird beschießen die Stadt
wat is de Spiel??
ιδού εγώ Seamus the Famous
φυσιοδίφης επί ξύλου κρεμάμενος
ιδού εγώ Orlando Furioso
επίσκοπος της πενθέκτης Συνόδου
επί ξυρού ακμής αναρριχώμενος
ιδού εγώ Emil Kafka
περιμένοντας το ουράνιο τόξο
να φέρει μια μικρή Judy Garland
με τραγούδια παστέλ παστοράλ
πάνω σε λουλουδένια αιώρα
ιδού εγώ Coitus Interruptus Emeritus
God’s non-stop gift to women
καθηγητής στο LSE διδάξας
επί σειράν ετών το μάθημα
a broad overview of the
worldwide growth of whoring
και ποιά η ευθύνη μου ως βροχοποιού
που δεν μπόρεσα να κρατήσω
μήτε ένα σύννεφο
πάνω απ’την άνυδρη ετούτη μέρα
ήρεμη σαν πουκάμισο νεκρού
ίδιο κενό στα παράθυρα
ίδιοι σκοτωμένοι γλάροι στο σαλόνι
κι αυτό το απόρθητο φως
στο πρόσωπο της Κοντεσίνας
είναι το φως των προβολέων
η δε γλώσσα μου στο βυθό
του ουρανίσκου της
εξ ου η δρόσος απέσταξεν
σε μικρούς ηδονικούς κόμπους
χαίρε η καιομένη και χαίρε η χλωρή
and she an arch-dyke
staying at the arch-duke’s, her cousin's
γιατί μόνο μια φορά
θα σου δοθεί η Σαπφώ in vivo
κατά την παρέλαση των κύκνων
στη δεντροστοιχία
και ο πoλιός ζωγράφος θα χαιρετήσει
υποκλινέστατος die Matrosen
mit den weissen Hosen
so hush little baby don’t you cry
το πρόσωπό σου θα λιτανέψουν
οικιστήρες και πολιούχοι άγιοι
κουβαλώντας το ύπτιο καλοκαίρι
άχρι θανάτου utópia/uchrónia
φυτεύοντας γιγαbytes σιωπής
παρά τας διεξόδους των υδάτων
κι ο σπίνος κι η σουσουράδα θα κριθούν
πεπτωκότες άγγελοι
causes of corruption in EU countries
και μόνη μου ελπίς και παραμυθία
in saecula saeculorum
το μαγικό κατάλευκο βουνό
που αντίκρυσα απρόσμενα ένα πρωί
μπροστά στο παράθυρο του ξενοδοχείου
στο λιμάνι του Ελσίνκι
για κοίτα είπε η Κρισταμπέλ
είναι ένα καράβι χιονισμένο
με οχτώ πανιά και πενήντα κανόνια
που έφτασε ακροπατώντας μες στη νύχτα
Βασίλης Πολύζος
εγώ ειμί η οδός
το 5ο ποίημα από το βιβλίο αναμνήσεις προκάτ άνοιξης
ΑΠΟΠΕΙΡΑ 2006
ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
“Seeräuber-Jenny”
Bertolt Brecht, Drei Groschen Roman
Music: Kurt Weill
Singer: Lotte Lenya
του Βασίλη Πολύζου
und das Schiff mit acht Segeln
und mit fünfzig Kanonen
wird beschießen die Stadt
wat is de Spiel??
ιδού εγώ Seamus the Famous
φυσιοδίφης επί ξύλου κρεμάμενος
ιδού εγώ Orlando Furioso
επίσκοπος της πενθέκτης Συνόδου
επί ξυρού ακμής αναρριχώμενος
ιδού εγώ Emil Kafka
περιμένοντας το ουράνιο τόξο
να φέρει μια μικρή Judy Garland
με τραγούδια παστέλ παστοράλ
πάνω σε λουλουδένια αιώρα
ιδού εγώ Coitus Interruptus Emeritus
God’s non-stop gift to women
καθηγητής στο LSE διδάξας
επί σειράν ετών το μάθημα
a broad overview of the
worldwide growth of whoring
και ποιά η ευθύνη μου ως βροχοποιού
που δεν μπόρεσα να κρατήσω
μήτε ένα σύννεφο
πάνω απ’την άνυδρη ετούτη μέρα
ήρεμη σαν πουκάμισο νεκρού
ίδιο κενό στα παράθυρα
ίδιοι σκοτωμένοι γλάροι στο σαλόνι
κι αυτό το απόρθητο φως
στο πρόσωπο της Κοντεσίνας
είναι το φως των προβολέων
η δε γλώσσα μου στο βυθό
του ουρανίσκου της
εξ ου η δρόσος απέσταξεν
σε μικρούς ηδονικούς κόμπους
χαίρε η καιομένη και χαίρε η χλωρή
and she an arch-dyke
staying at the arch-duke’s, her cousin's
γιατί μόνο μια φορά
θα σου δοθεί η Σαπφώ in vivo
κατά την παρέλαση των κύκνων
στη δεντροστοιχία
και ο πoλιός ζωγράφος θα χαιρετήσει
υποκλινέστατος die Matrosen
mit den weissen Hosen
so hush little baby don’t you cry
το πρόσωπό σου θα λιτανέψουν
οικιστήρες και πολιούχοι άγιοι
κουβαλώντας το ύπτιο καλοκαίρι
άχρι θανάτου utópia/uchrónia
φυτεύοντας γιγαbytes σιωπής
παρά τας διεξόδους των υδάτων
κι ο σπίνος κι η σουσουράδα θα κριθούν
πεπτωκότες άγγελοι
causes of corruption in EU countries
και μόνη μου ελπίς και παραμυθία
in saecula saeculorum
το μαγικό κατάλευκο βουνό
που αντίκρυσα απρόσμενα ένα πρωί
μπροστά στο παράθυρο του ξενοδοχείου
στο λιμάνι του Ελσίνκι
για κοίτα είπε η Κρισταμπέλ
είναι ένα καράβι χιονισμένο
με οχτώ πανιά και πενήντα κανόνια
που έφτασε ακροπατώντας μες στη νύχτα
Βασίλης Πολύζος
εγώ ειμί η οδός
το 5ο ποίημα από το βιβλίο αναμνήσεις προκάτ άνοιξης
ΑΠΟΠΕΙΡΑ 2006
ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
“Seeräuber-Jenny”
Bertolt Brecht, Drei Groschen Roman
Music: Kurt Weill
Singer: Lotte Lenya
Meine Herren, heute sehen Sie mich Gläser abwaschen
Und ich mache das Bett für jeden.
Und Sie geben mir einen Penny und ich bedanke mich schnell
Und Sie sehen meine Lumpen und dies lumpige Hotel
Und Sie wissen nicht, mit wem Sie reden.
Und Sie wissen nicht, mit wem Sie reden.
Aber eines Abends wird ein Geschrei sein am Hafen
Und man fragt: Was ist das für ein Geschrei?
Und man wird mich lächeln sehn bei meinen Gläsern
Und man sagt: Was lächelt die dabei?
Und ein Schiff mit acht Segeln
Und mit fünfzig Kanonen
Wird liegen am Kai.
Meine Herren, da wird ihr Lachen aufhören
Denn die Mauern werden fallen hin
Und die Stadt wird gemacht dem Erdboden gleich.
Nur ein lumpiges Hotel wird verschont von dem Streich
Und man fragt: Wer wohnt Besonderer darin?
Und man fragt: Wer wohnt Besonderer darin?
Und in dieser Nacht wird ein Geschrei um das Hotel sein
Und man fragt: Warum wird das Hotel verschont?
Und man wird mich sehen treten aus der Tür am Morgen
Und man sagt: Die hat darin gewohnt?
Und das Schiff mit acht Segeln
Und mit fünfzig Kanonen
Wird beschiessen die Stadt.
Und es werden kommen hundert gen Mittag an Land
Und werden in den Schatten treten
Und fangen einen jeglichen aus jeglicher Tür
Und legen ihn in Ketten und bringen vor mir
Und fragen: Welchen sollen wir töten?
Und an diesem Mittag wird es still sein am Hafen
Wenn man fragt, wer wohl sterben muss.
Und dann werden Sie mich sagen hören: Alle!
Und wenn dann der Kopf fällt, sag ich: Hoppla!
Und das Schiff mit acht Segeln
Und mit fünfzig Kanonen
Wird entschwinden mit mir.
Σάββατο 22 Ιουνίου 2013
αναδρομές: Στην Οδό Βιβλίου του Σταύρου Σταυρόπουλου
Ακολουθεί το κείμενο του άρθρου από την καταχώριση
στο blog των εκδόσεων Απόπειρα (apopeirates.blogspot.gr)
Οι μοναχικές παρτιτούρες του Βασίλη Πολύζου
στο blog των εκδόσεων Απόπειρα (apopeirates.blogspot.gr)
Οι μοναχικές παρτιτούρες του Βασίλη Πολύζου
Γράφει ο Σταύρος Σταυρόπουλος | εφημ. Metro,
30 Οκτωβρίου 2006
Η πατρίδα του αληθινού ποιητή
είναι μια χώρα-ολοκαύτωμα, που
πάσχει από μοναξιά και αξιοπρέπεια, που τα ανοιξιάτικα κάστρα
της έχουν καεί από υπερβολική έκθεση στο φως, ένας παραβατικός
Love-ύρινθος που αντιστέκεται με περισσότερες βελανιδιές
σε διάταξη πάρκου και μεγαλύτερη αναλογία φθινοπώρου, που
βαλσαμώνει όνειρα και ξενυχτάει με τον θάνατο αγκαλιά
κερνώντας τον συνθηματικά γράμματα. Εκεί κατοικεί, ο ποιητής
Βασίλης Πολύζος, που έχει κόψει τα σύνορά της στα μέτρα του και
την διασχίζει αδιάκοπα πάνω κάτω, καβάλα στο ηλιακό του
ποδήλατο, πότε σαν Αιμίλιος και πότε σαν βροχοποιός, πετώντας
τις λέξεις του σε ένα ουράνιο χαρτοπόλεμο από πορτογαλέζικα
fado και βυζαντινή soul.
πάσχει από μοναξιά και αξιοπρέπεια, που τα ανοιξιάτικα κάστρα
της έχουν καεί από υπερβολική έκθεση στο φως, ένας παραβατικός
Love-ύρινθος που αντιστέκεται με περισσότερες βελανιδιές
σε διάταξη πάρκου και μεγαλύτερη αναλογία φθινοπώρου, που
βαλσαμώνει όνειρα και ξενυχτάει με τον θάνατο αγκαλιά
κερνώντας τον συνθηματικά γράμματα. Εκεί κατοικεί, ο ποιητής
Βασίλης Πολύζος, που έχει κόψει τα σύνορά της στα μέτρα του και
την διασχίζει αδιάκοπα πάνω κάτω, καβάλα στο ηλιακό του
ποδήλατο, πότε σαν Αιμίλιος και πότε σαν βροχοποιός, πετώντας
τις λέξεις του σε ένα ουράνιο χαρτοπόλεμο από πορτογαλέζικα
fado και βυζαντινή soul.
Η ποίησή του είναι μεταμοντέρνα,
χαμηλόφωνη, υπαινικτική, ένα
εν δυνάμει μυθιστόρημα με πινελιές Πάουντ, χωρίς ψεύτικους
ακαδημαϊσμούς και καλολογικές επιστρώσεις, μια ποίηση που
εικονογραφεί τα τοπία της ψυχής, αλλά και σημαίνει. Στην τροπική
«Διζιλανδία» του, ο χρόνος ταξιδεύει με την πλάτη γυρισμένη στον
σκηνοθέτη, στα «12+1», δείχνει τα οκτώ σημεία του ορίζοντα σε
αποστρατεία, στις «Αναμνήσεις…», στρώνει χρώματα στο
αλφαβητάρι του ήλιου, συλλαβίζοντας αγιόκλημα και μέντα κι
άγριο γιασεμί και δυοσμαρίνι στα βυζιά των κοριτσιών. Είναι ένας
χρόνος καθ’ ομοίωσιν παιδιού, ένα άτυπο καταφύγιο χρωμάτων
από κείνα τα λαμπερά που μας στερούν, μια τοιχογραφία ανοιχτής
θάλασσας που εχθρεύεται την κανονικότητα, ένα ημερολόγιο
καταστρώματος βρεγμένο από τα σημάδια του ορίζοντα. Ποιου
ορίζοντα όμως; Αυτού που η φαντασία και η καρδιά του ποιητή
Πολύζου, του επιτρέπουν να διακρίνει ως γυμνό κορίτσι καβάλα σε
ηλιακό ποδήλατο, λίγο πριν αρνηθεί να αντιγράψει κι αυτός, τις
πληγωμένες ιαχές τόσων και τόσων συναδέλφων του, κρεμώντας
την ένθετη φάτσα του κοντά στο τζάκι. Ο επισκέπτης της ποίησής
του προσλαμβάνει πρώτα τον σπινθήρα και μετά την φωτιά της,
πρώτα το πλαίσιο και μετά τον καθρέφτη, πρώτα την μουσική και
μετά την εικόνα της, πρώτα το συναίσθημα και μετά την γνώση,
που μπορεί βέβαια να ανιχνευτεί πλούσια στις παρυφές και των
πέντε ποιητικών συλλογών του, χωρίς να χρειάζεται να χειροκροτεί
τον εαυτό της με ερμηνευτικές κορώνες και επιδεικτικά
χαριεντίσματα στους πορτοκαλεώνες της Σόλωνος. Δεν αισθάνομαι
επαγγελματίας κριτικός, γι αυτό και δεν σχολιάζω την
διακειμενικότητα, το μέτρο ή τις αισθητικές καταβολές του Βασίλη
Πολύζου. Απλά επισημαίνω την θλίψη μου για το γεγονός ότι
στίχοι τέτοιου βεληνεκούς, που κυκλοφορούν σαν ανθεκτικά
σπερματοζωάρια μολύνοντας την μήτρα του κατεστημένου,
παραμένουν στο ημίφως, στην σκοτεινιά των πραγμάτων – και δεν
εννοώ την εμπορικότητα, αφού αυτή, ούτως ή άλλως δεν υφίσταται
γενικότερα στην ποίηση – χάριν μιας πολυάνθρωπης παρέλασης
αλλοπαρμένων φαντασμάτων που στερούνται ταλέντου και
υποδύονται τους ποιητές, αναπαράγοντας αδέξια, γνωστά στυλ του
προηγούμενου αιώνα. Αλλά, ας μη μιλάμε για χρυσάνθεμα
σ’ αυτή την πόλη που τη ρήμαξε η βροχή.
εν δυνάμει μυθιστόρημα με πινελιές Πάουντ, χωρίς ψεύτικους
ακαδημαϊσμούς και καλολογικές επιστρώσεις, μια ποίηση που
εικονογραφεί τα τοπία της ψυχής, αλλά και σημαίνει. Στην τροπική
«Διζιλανδία» του, ο χρόνος ταξιδεύει με την πλάτη γυρισμένη στον
σκηνοθέτη, στα «12+1», δείχνει τα οκτώ σημεία του ορίζοντα σε
αποστρατεία, στις «Αναμνήσεις…», στρώνει χρώματα στο
αλφαβητάρι του ήλιου, συλλαβίζοντας αγιόκλημα και μέντα κι
άγριο γιασεμί και δυοσμαρίνι στα βυζιά των κοριτσιών. Είναι ένας
χρόνος καθ’ ομοίωσιν παιδιού, ένα άτυπο καταφύγιο χρωμάτων
από κείνα τα λαμπερά που μας στερούν, μια τοιχογραφία ανοιχτής
θάλασσας που εχθρεύεται την κανονικότητα, ένα ημερολόγιο
καταστρώματος βρεγμένο από τα σημάδια του ορίζοντα. Ποιου
ορίζοντα όμως; Αυτού που η φαντασία και η καρδιά του ποιητή
Πολύζου, του επιτρέπουν να διακρίνει ως γυμνό κορίτσι καβάλα σε
ηλιακό ποδήλατο, λίγο πριν αρνηθεί να αντιγράψει κι αυτός, τις
πληγωμένες ιαχές τόσων και τόσων συναδέλφων του, κρεμώντας
την ένθετη φάτσα του κοντά στο τζάκι. Ο επισκέπτης της ποίησής
του προσλαμβάνει πρώτα τον σπινθήρα και μετά την φωτιά της,
πρώτα το πλαίσιο και μετά τον καθρέφτη, πρώτα την μουσική και
μετά την εικόνα της, πρώτα το συναίσθημα και μετά την γνώση,
που μπορεί βέβαια να ανιχνευτεί πλούσια στις παρυφές και των
πέντε ποιητικών συλλογών του, χωρίς να χρειάζεται να χειροκροτεί
τον εαυτό της με ερμηνευτικές κορώνες και επιδεικτικά
χαριεντίσματα στους πορτοκαλεώνες της Σόλωνος. Δεν αισθάνομαι
επαγγελματίας κριτικός, γι αυτό και δεν σχολιάζω την
διακειμενικότητα, το μέτρο ή τις αισθητικές καταβολές του Βασίλη
Πολύζου. Απλά επισημαίνω την θλίψη μου για το γεγονός ότι
στίχοι τέτοιου βεληνεκούς, που κυκλοφορούν σαν ανθεκτικά
σπερματοζωάρια μολύνοντας την μήτρα του κατεστημένου,
παραμένουν στο ημίφως, στην σκοτεινιά των πραγμάτων – και δεν
εννοώ την εμπορικότητα, αφού αυτή, ούτως ή άλλως δεν υφίσταται
γενικότερα στην ποίηση – χάριν μιας πολυάνθρωπης παρέλασης
αλλοπαρμένων φαντασμάτων που στερούνται ταλέντου και
υποδύονται τους ποιητές, αναπαράγοντας αδέξια, γνωστά στυλ του
προηγούμενου αιώνα. Αλλά, ας μη μιλάμε για χρυσάνθεμα
σ’ αυτή την πόλη που τη ρήμαξε η βροχή.
Δείγματα συλλογών:
Τα βράδια ντύνονται παλιές
εφημερίδες / φορούν κατάσαρκα
ξεθυμασμένα ρεπορτάζ / που ίσως αύριο πάλι να αφορμίσουν.
(Αναμνήσεις προκάτ άνοιξης, Απόπειρα 2006)
ξεθυμασμένα ρεπορτάζ / που ίσως αύριο πάλι να αφορμίσουν.
(Αναμνήσεις προκάτ άνοιξης, Απόπειρα 2006)
Κι όμως τα blues παρά το χρώμα
τους / είναι μαύρα (12+1
μοναχικά ποιήματα, εκδ. Εριφύλη 2005)
μοναχικά ποιήματα, εκδ. Εριφύλη 2005)
Πέντε μερόνυχτα / φυσούσε
αδιάκοπα Σέριφο. (Ηλιακό ποδήλατο,
εκδ. Μεταίχμιο 2003)
εκδ. Μεταίχμιο 2003)
Τελικά μου ’μεινε ένας
σκοροφαγωμένος Βιβάλντι εκτός εποχής /
και τα κουπόνια που δεν πρόφτασα ν’ ανταλλάξω / με δώρα των
Δαναών. (Dizziland, εκδ. Εριφύλη 2001)
και τα κουπόνια που δεν πρόφτασα ν’ ανταλλάξω / με δώρα των
Δαναών. (Dizziland, εκδ. Εριφύλη 2001)
Όπως περιμένουν με κλειστές
ομπρέλες / αραδιασμένοι κάτω απ’
τις μαρκίζες οι ανέστιοι / το τελευταίο νυχτερινό λεωφορείο.
(Επίλογοι και άλλα Κεκραγάρια, εκδ. Εριφύλη 1999)
τις μαρκίζες οι ανέστιοι / το τελευταίο νυχτερινό λεωφορείο.
(Επίλογοι και άλλα Κεκραγάρια, εκδ. Εριφύλη 1999)
Ετικέτες
ανατυπώσεις,
περί γραφής
Παρασκευή 21 Ιουνίου 2013
Κοιτάγματα (η Μέθοδος των Τριών)
κοιτάγματα
(νέος τίτλος: «η Μέθοδος των Τριών
ή
τα non papers του Πεχλιβανιστάν»)
καθότανε επάνω
σε μια κουρελού
και κοίταζε το Μάνο
που κοίταζε τη Λου
που κοίταζε τον Πάνο
που κοίταε τη Ραλλού
που κοίταζε το Θάνο
που κοίταε τη Μαλού
που κοίταζε ένα νάνο
που κοίταζε αλλού
παραλλαγή με σχεδόν συνώνυμα
καθότανε επάνω
σε μια κουρελού
και μπάνιζε το Μάνο
που έκοβε τη Λου
που μάτιαζε τον Πάνο
που εστίαζε στη Ραλλού
που τα 'ριχνε στο Θάνο
που 'γνεφε στη Μαλού
που κοίταζε ένα νάνο
που 'παιρνε μάτι αλλού
κοιτάγματα
του Βασίλη Πολύζου
από τη συλλογή Φρόκαλα ή Frolicks
©2001
(νέος τίτλος: «η Μέθοδος των Τριών
ή
τα non papers του Πεχλιβανιστάν»)
καθότανε επάνω
σε μια κουρελού
και κοίταζε το Μάνο
που κοίταζε τη Λου
που κοίταζε τον Πάνο
που κοίταε τη Ραλλού
που κοίταζε το Θάνο
που κοίταε τη Μαλού
που κοίταζε ένα νάνο
που κοίταζε αλλού
παραλλαγή με σχεδόν συνώνυμα
καθότανε επάνω
σε μια κουρελού
και μπάνιζε το Μάνο
που έκοβε τη Λου
που μάτιαζε τον Πάνο
που εστίαζε στη Ραλλού
που τα 'ριχνε στο Θάνο
που 'γνεφε στη Μαλού
που κοίταζε ένα νάνο
που 'παιρνε μάτι αλλού
κοιτάγματα
του Βασίλη Πολύζου
από τη συλλογή Φρόκαλα ή Frolicks
©2001
Ετικέτες
ρίμες,
σάτιρες,
Frolicks ή Φρόκαλα
Σάββατο 15 Ιουνίου 2013
12+1 μοναχικά ποιήματα / flashback
flashback
στη Miss Belly
Button
εν τέλει
αποφασίσαμε
να βγάλουμε εδώ το
χειμώνα
δίπλα στην άρρωστη
θάλασσα
μετρώντας τα
βυθισμένα κατάρτια
τουτέστιν
τουτέστιν
το πρώην δάσος της
Καλυψώς
έχει περάσει τώρα
καιρός
που ηχογραφούμε αποδημητικά
πουλιά
ελληνίζοντες
ποιητές
χαμένες
Αλεξάνδρειες έως εσχάτης
ακόμη και μια σέξι
Κλεοπάτρα
που κρύφτηκε γυμνή
σε ολομέταξο χαλί
μαζί με το πιστόλι
αυτοκτονίας
a win-win case
την αυγή βάζουμε τα
σημάδια
αφετηρία τέρμα κι
αντιστρόφως
ρυθμίζουμε ανελλιπώς
τον τυφλό μάντη
να βαδίζει πέρα
δώθε στην ακτή
μ’ ένα περιστέρι
ταχυδρομικό επ’ ώμου
μονολογώντας
ακατάσχετα
ότι χαράμισε τα
νιάτα του
στα αντρικά πορνεία
της πάλαι Βηρυτού
κι άλλοτε ότι
χρημάτισε ανθύπατος
στην Κιλικία επί
Μάρκου Αυρηλίου
κοσμούμενος με
τέσσερα χαρίσματα
ενάρετος
επιεικής δίκαιος ευσεβής
τις νύχτες τα νερά
κάνουν υπομονή
καιρός του
ομφαλοσκοπείν
παρακαλώ μην
ενοχλείτε
τις φρόνιμες
παρθένες που αναπαύονται
σε κοίλα κάτοπτρα
αφήστε τη μικρή
δρομέα του έρωτα
ν’ ανεβάσει τη σκυτάλη
από τον Άδη
flashback
ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από τη συλλογή 12+1
μοναχικά ποιήματα
ΕΡΙΦΥΛΗ 2005
Κλεοπάτρα
μετείκασμα του Βασίλη Πολύζου
2013
ΕΡΙΦΥΛΗ 2005
Κλεοπάτρα
μετείκασμα του Βασίλη Πολύζου
2013
Παρασκευή 14 Ιουνίου 2013
Πέμπτη 13 Ιουνίου 2013
Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013
Τρίτη 11 Ιουνίου 2013
Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013
Κυριακή 9 Ιουνίου 2013
τούτη είναι η πεθαμένη χώρα
T. S. Eliot
The Hollow Men
The Hollow Men
απόσπασμα
This is the dead land
This is cactus land
Here the stone images
Are raised, here they receive
The supplication of a dead man’s hand
Under the twinkle of a fading star.
Is it like this
In death’s other kingdom
Waking alone
At the hour when we are
Trembling with tenderness
Lips that would kiss
Form prayers to broken stone.
Κούφιοι Άνθρωποι
απόσπασμα
(από τη μετάφραση του Γιώργου Σεφέρη)
Τούτη είναι η πεθαμένη χώρα
Τούτη είναι του κάκτου η χώρα
Εδώ τα πέτρινα ομοιώματα
Υψώνονται, εδώ είναι που δέχουνται
Την ικεσία του χέριού ενός πεθαμένου
Κάτω από το παίξιμο του άστρου που σβήνει.
Ετσι είναι τα πράγματα
Στου θανάτου την άλλη βασιλεία
Ξυπνάς μοναχός
Την ώρα εκείνη
που τρέμεις τρυφερός
Χείλια που θα φιλούσαν
Λεν προσευχές στη σπασμένη πέτρα.
εικόνα:
The Hollow Men
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2012
Παρασκευή 7 Ιουνίου 2013
Πέτρος Γκολίτσης / τρία ποιήματα από "ΤΟ ΤΡΙΒΕΙΟ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ"
ΜΟΝΟ
ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ
Μόνο οι νεκροί δεν ταξιδεύουνε
χωρίς να σκέπτονται σκαλίζουν
μ’ ένα ραβδί στην επιφάνεια του μυαλού μου
φτιάχνουν τετράγωνα πετάγονται καρέκλες
και με το δάχτυλο σχεδιάζουν κύκλους νοερούς
ανάβουν ήλιους που δεν σβήνουν
γυρεύουν τις καταπακτές καταβυθίζονται
έκτοτε με αγνοώ και περιφέρομαι
σε τόπους που θα υπάρξουν
ΠΙΟ ΚΑΤΩ
Πρέπει και πάλι να κατέβω
να τους καθησυχάσω τους τρελούς μου
κάποιοι κοιτάζουν το ταβάνι
με μάτια γουρλωμένα
το παίζουνε νεκροί
πιο κάτω
μαζεύονται δυο-τρεις
έντονα μιλούν
χειρονομούν και σχέδια καταστρώνουν
πρέπει να βρίσκομαι αδιάκοπα
πιο κάτω από αυτόν
που χτυπά
τις αλυσίδες
και ουρλιάζει
Η ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΣΤΟΑ ΤΟΥ ΜΙΛΤΟΥ ΣΑΧΤΟΥΡΗ
«Σας περίμενα
παρακαλώ περάστε
να προσέχετε
καθώς θα κατεβαίνουμε»
Μιλήσαμε με στίχους
με κίτρινα βεγγαλικά
και περιστέρια-σκύλους
με στίχους του που χάθηκαν
του απαντούσαμε
μας έλεγε δικούς μας
κυρίως τους μελλούμενους
(καταλαβαίναμε πως ήτανε δικοί μας)
Στο τέλος μόνο φάνηκε
πως ήμασταν με τους νεκρούς
πως ήταν πάλι μόνος
πάνω σ’ αυτό δυνάμωσε η φωνή του:
«Το ήξερα από την αρχή
μα δεν στενοχωριέμαι
έχω εδώ -να- δίπλα συντροφιά
τον φίλο μου τον ποιητή
τον Dylan Thomas
έρχεται κάθε τόσο να με δει
του ψήνω ελληνικό καφέ
μα δεν μιλάμε»
Πέτρος Γκολίτσης
τρία ποιήματα
από το βιβλίο του
ΤΟ ΤΡΙΒΕΙΟ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
έκδ. ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑΣ
2013
those are pearls that were their eyes
εικαστική νέκυια του Βασίλη Πολύζου
2005
(δες στίχ. 48 από το ποίημα THE WASTE LAND
του T.S. Eliot: “Those are pearls that were his eyes”)
Μόνο οι νεκροί δεν ταξιδεύουνε
χωρίς να σκέπτονται σκαλίζουν
μ’ ένα ραβδί στην επιφάνεια του μυαλού μου
φτιάχνουν τετράγωνα πετάγονται καρέκλες
και με το δάχτυλο σχεδιάζουν κύκλους νοερούς
ανάβουν ήλιους που δεν σβήνουν
γυρεύουν τις καταπακτές καταβυθίζονται
έκτοτε με αγνοώ και περιφέρομαι
σε τόπους που θα υπάρξουν
ΠΙΟ ΚΑΤΩ
Πρέπει και πάλι να κατέβω
να τους καθησυχάσω τους τρελούς μου
κάποιοι κοιτάζουν το ταβάνι
με μάτια γουρλωμένα
το παίζουνε νεκροί
πιο κάτω
μαζεύονται δυο-τρεις
έντονα μιλούν
χειρονομούν και σχέδια καταστρώνουν
πρέπει να βρίσκομαι αδιάκοπα
πιο κάτω από αυτόν
που χτυπά
τις αλυσίδες
και ουρλιάζει
Η ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΣΤΟΑ ΤΟΥ ΜΙΛΤΟΥ ΣΑΧΤΟΥΡΗ
«Σας περίμενα
παρακαλώ περάστε
να προσέχετε
καθώς θα κατεβαίνουμε»
Μιλήσαμε με στίχους
με κίτρινα βεγγαλικά
και περιστέρια-σκύλους
με στίχους του που χάθηκαν
του απαντούσαμε
μας έλεγε δικούς μας
κυρίως τους μελλούμενους
(καταλαβαίναμε πως ήτανε δικοί μας)
Στο τέλος μόνο φάνηκε
πως ήμασταν με τους νεκρούς
πως ήταν πάλι μόνος
πάνω σ’ αυτό δυνάμωσε η φωνή του:
«Το ήξερα από την αρχή
μα δεν στενοχωριέμαι
έχω εδώ -να- δίπλα συντροφιά
τον φίλο μου τον ποιητή
τον Dylan Thomas
έρχεται κάθε τόσο να με δει
του ψήνω ελληνικό καφέ
μα δεν μιλάμε»
Πέτρος Γκολίτσης
τρία ποιήματα
από το βιβλίο του
ΤΟ ΤΡΙΒΕΙΟ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
έκδ. ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑΣ
2013
those are pearls that were their eyes
εικαστική νέκυια του Βασίλη Πολύζου
2005
(δες στίχ. 48 από το ποίημα THE WASTE LAND
του T.S. Eliot: “Those are pearls that were his eyes”)
Τετάρτη 5 Ιουνίου 2013
ανάμεσα στο κενό και στο κενό / under statement
understatement
ο χρόνος μου ίσον
οι μνήμες των σπιτιών
με τα πήλινα πρόσωπα στις κόγχες
έκθετα σε ξεδιάντροπο face control
ο χρόνος μου ίσον
αυτό το χημικό φως
στην έρημη πλατφόρμα του μετρό
ο χρόνος μου ίσον
το κάτουρο στο χιόνι
ραντιείς με υσσώπω
κι οι ανάσες των αλόγων του δεκέμβρη
στην είσοδο αναπαλαιωμένου πάρκου
εκδοχής ιβάν τουργκένιεφ
ο χρόνος μου ίσον
το μπουρδέλο της ντόλυς με το ξύλινο μπαλκόνι
οδός ερμού? οδός γαμβέττα? οδός τοπάλη?
καθώς η μαντάμ παίρνει το σπέρμα μου
σε κερί λιωμένο στο χέρι
i am a celebrity in wax
ούτως ειπείν
ακίνητος με κλειδωμένο χαμόγελο
ο χρόνος μου ίσον
ερεθισμένο δόντι σε ρυθμό ρέγκε
ο χρόνος μου ίσον
la cucaracha στη γεφυροπλάστιγγα
ο χρόνος μου ίσον
δεντροστοιχίες σ’ ατέρμονη ροή
ο χρόνος μου ίσον
χιλιάδες πόρτες ανοιχτές ανάμεσα
στο κενό και στο κενό
ο χρόνος μου ίσον λαοκόων
γητευτής φιδιών στο γκουαντάναμο
με το ’να πόδι τσιμεντωμένο
στην εξέδρα των επιδείξεων
ενδυό ενδυό
onetwo onetwo
leftright leftright
linksrechts linksrechts
moveupmovedown
moveupmovedown
movedown
movedown
down
down
down
understatement
ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
©2008
ο Αιμίλιος
ανάμεσα στο κενό και στο κενό
ένα πορτρέτο του Βασίλη Πολύζου
©1999
οι μνήμες των σπιτιών
με τα πήλινα πρόσωπα στις κόγχες
έκθετα σε ξεδιάντροπο face control
ο χρόνος μου ίσον
αυτό το χημικό φως
στην έρημη πλατφόρμα του μετρό
ο χρόνος μου ίσον
το κάτουρο στο χιόνι
ραντιείς με υσσώπω
κι οι ανάσες των αλόγων του δεκέμβρη
στην είσοδο αναπαλαιωμένου πάρκου
εκδοχής ιβάν τουργκένιεφ
ο χρόνος μου ίσον
το μπουρδέλο της ντόλυς με το ξύλινο μπαλκόνι
οδός ερμού? οδός γαμβέττα? οδός τοπάλη?
καθώς η μαντάμ παίρνει το σπέρμα μου
σε κερί λιωμένο στο χέρι
i am a celebrity in wax
ούτως ειπείν
ακίνητος με κλειδωμένο χαμόγελο
ο χρόνος μου ίσον
ερεθισμένο δόντι σε ρυθμό ρέγκε
ο χρόνος μου ίσον
la cucaracha στη γεφυροπλάστιγγα
ο χρόνος μου ίσον
δεντροστοιχίες σ’ ατέρμονη ροή
ο χρόνος μου ίσον
χιλιάδες πόρτες ανοιχτές ανάμεσα
στο κενό και στο κενό
ο χρόνος μου ίσον λαοκόων
γητευτής φιδιών στο γκουαντάναμο
με το ’να πόδι τσιμεντωμένο
στην εξέδρα των επιδείξεων
ενδυό ενδυό
onetwo onetwo
leftright leftright
linksrechts linksrechts
moveupmovedown
moveupmovedown
movedown
movedown
down
down
down
understatement
ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
©2008
ο Αιμίλιος
ανάμεσα στο κενό και στο κενό
ένα πορτρέτο του Βασίλη Πολύζου
©1999
Κυριακή 2 Ιουνίου 2013
C minor / Ταξίδι
Ταξίδι
διάφανοι
στο παρά πέντε λιλά
της αυγής
στο λιγνό τεριρέμ
τ’ αηδονιού
ταξιδεύαμε
προς ανατολάς
σε τόνους ελάσσονες
ελπίζοντας
στο χρυσαφί
και το πορφυρό
στο παρά πέντε λιλά
της αυγής
στο λιγνό τεριρέμ
τ’ αηδονιού
ταξιδεύαμε
προς ανατολάς
σε τόνους ελάσσονες
ελπίζοντας
στο χρυσαφί
και το πορφυρό
που αναγγέλλουν
τι;
όπου να ’ναι
θα δυναμώσει το φως
θ’ ανατείλουν
οι ξύλινοι χάρακες
και τα μολύβια
των τοπογράφων
δεν κρίναμε
για να μην κριθούμε
κάποιος μονάχα
ρώτησε
την Ιφιγένεια
τι νέα από Αυλίδα
κι αν άξιζε
εκείνο το ταξίδι
σε λάθος τρένο
σε λάθος σενάριο
Βασίλης Πολύζος,
Ταξίδι
από τη συλλογή
Επιστροφή στη Διζιλάνδη
© 2003-2004
σε τόνους ελάσσονες
εικαστικό του Βασίλη Πολύζου
2013
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)