Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011

αναμνήσεις προκάτ άνοιξης, συνομιλία με τον Θεόφιλο


.....................Ζ΄
....................
........
δέος ίσχετε μηδέν όσ’ αυδώ
.....................................................τον μεν πρώτον λόγον
....................................................εποιησάμην περί πάντων,
...................................................ω Θεόφιλε

κι όμως ξέχασα να σου μιλήσω
για το περιβόλι παρά τον ποταμόν αλυσίδα
(σήμερον δεν υπάρχει το εχάλασαν)

στην πόρτα του ζωγράφισα ήμερες ροδακινιές
κι ανάμεσά τους κρέμασα μια κούνια για την Αρετούσα

ήταν άλλοι καιροί
κλεισμένοι σε χρησμούς που δεν αλήθεψαν
σε λόγια που τα πήρε η Ηχώ και τα γύρισε ανάποδα

κάθε που σήμαινε όρθρος ή εσπερινός
απ’ το Κωδωνοστάσιο της Αγίας Φωτεινής
ψιχάλιζε άχνη ασημιού στους ελαιώνες της Άνω Γατζέας

κι η θάλασσα φορώντας τα γλαυκά της με ταξίδευε
τοίχο με τοίχο ως το Τρίκερι
κι ως τη Βαρειά κι ως την Καπερναούμ
παράλιον πόλιν της Τιβεριάδος


κι απέναντί μου ίδιο γαλάζιο η Νεκρά Θάλασσα
μ’ ένα μικρό καΐκι κλειδωμένο στη σιωπή της

στην κουπαστή πέντε φιγούρες ξέμειναν
ακίνητες στο αεί
δείχνοντας ώρα δώδεκα

η όστρια έφαγε το μέσα του προσώπου τους
άφησε μόνο το περίγραμμα μιας ικεσίας
και τις τρεμουλιαστές σκιές μες στο νερό
που μόλις τις αγγίξεις με το βλέμμα χάνονται

τους ξέρω, λες, πετούσαμε μαζί
πριν κάψει ο ήλιος τα φτερά τους

τη μέρα του Ευαγγελισμού χαμογελούν ακόμη ανέμελα
στη σχολική φωτογραφία

μα έχω ξεχάσει πια τα ονόματά τους
ίσως γιατί τα ξέχασαν κι αυτοί
στο πλήρωμα του χρόνου

οι μνήμες είναι ασήκωτες
είπε ο πορθμέας στρίβοντας τσιγάρο
θα μου βούλιαζαν τη σκαμπαβία

ήταν άλλοι καιροί που ανοίγαμε το μουσαφίρ-οντά
στα χελιδόνια

και το πρωί στρώναμε χρώματα
στο αλφαβητάρι του ήλιου συλλαβίζοντας
αγιόκλημα και μέντα κι άγριο γιασεμί
και δυοσμαρίνι στα βυζιά των κοριτσιών

μέρα Απριλιού κινήσαμε
για την αντίπερα επιφάνεια των παραμυθιών
σφραγίζοντας στη μεσαυλή
τη βρύση με τ’ αθάνατο νερό

χάθηκαν τ’ αρχοντόσπιτα πάνω στο λόφο
που διαπέρασε ξιφήρης ο ήλιος μυριάκις

οι πέτρες οι πελεκητές έριξαν τις φολίδες τους
τα κεραμίδια ζάρωσαν στον αέρα
τα σπιτόφιδα πήραν το δρόμο της γουστέρας
πίσω απ’ τα σταροχώραφα

θ’ αφήσω, είπες, μόνο έναν βραδυνό φεγγίτη
για την κουκουβάγια

και για το γυρισμό θα ιστορήσω
ανέσπερα σημάδια στον ορίζοντα

κατά τη Δύση έναν μικρό ακτινωτό τροχό
κι απάνω του το χρόνο καθ’ ομοίωσιν παιδός
με δυο καρφιά στα χέρια κι άλλα δυο στα πόδια

και κατά την Ανατολή έναν μπαξέ
με χλωροφορμισμένους κατιφέδες

έμαθα τέχνες μαγικές τρίβοντας στο γουδί
φύλλα ροδιάς και κρόκο αυγού
κι απ’ τα πλοκάμια της νυχτός λουλάκι

και τώρα ξέρω να διαβάζω το ρολόι των δέντρων
και τα ανεξίτηλα όστρακα στ’ αρχεία των βράχων
και τα βότσαλα μόλις τα βρέξω σε θαλασσινό νερό

κι όταν χτυπήσω παλαμάκια τρεις φορές
ανοίγει ο ουρανός σαν άρραφος χιτώνας
από πάνω έως κάτω

μια απέραντη τοιχογραφία γραμμένη σε ειλητάριο φλογός
την ώρα του μεσημεριού

αριστερά μας άγρια μάχη εφίππων Άγγλων κατά των Ινδών
και στα δεξιά το Μέγα Εξοχικόν Καφενείον

όπου καθόμασταν κλεισμένοι στο παρόν του παρελθόντος
παίζοντας ασταμάτητα την ίδια πάντοτε παρτίδα τάβλι

σήμερα, είπες, θα κρατήσω τα Γαυγάμηλα
και πάρε εσύ τα Σούσα κι ένα μπουκέτο παπαρούνες
από τ’ ανθισμένα στήθη των νεκρών

η μόνη αλήθεια είναι τα χρώματα
που αλλάζουν με το φως
κάθε στιγμή

Βασίλης Πολύζος
αναμνήσεις προκάτ άνοιξης
το Ζ΄ άσμα
εκδ. Απόπειρα 2006

εικόνα:
Έργον Θεοφίλου Γ. Χ΄΄Μιχαήλ, 1932
"Βεριβόλι παρά τον ποταμόν αλισύδα, και σήμερον
δεν υπάρχει το εχάλασαν" (λεπτομέρεια)


2 σχόλια:

ΜΑΡΙΑ Ρ. είπε...

Πολλές φορές δεν έχω τι να πω.
Ο κάθε στίχος και μια ιστορία.
Βαριά η μνήμη και τα παιγνίδια
επαναλαμβανόμενα.

Καλημέρα, Βασίλειε :)

ΑιμίλιοςEmilius είπε...

να πεις,
"...για κάποιο μήνυμα το τελευταίο
που δε μας έφτασε ποτέ..."
Καλημέρα, Μαρία Ρ.